Μέχρι τις αρχές του προηγούμενου αιώνα η Ιστορία δούλευε με τεφτέρι και καμιά φορά με πινέλο ζωγραφικής. Οι σημαντικότερες στιγμές στη μακρά διαδρομή της ανθρωπότητας έχουν αποτυπωθεί, ως αφήγηση, στο χαρτί, χωρίς καμία οπτικοποίηση. Τα μαγνητικά και αργότερα τα ψηφιακά μέσα εγγραφής έδωσαν στις ιστορικές στιγμές την αίγλη της αναβίωσης στην αιωνιότητα.
Το σκεφτόμουν βλέποντας τον πρόεδρο Μακρόν να διέρχεται από τις ανοικτές θύρες της Παναγίας των Παρισίων. Οταν ο καθεδρικός ναός λειτούργησε για πρώτη φορά επισήμως, βασιλιάς της Γαλλίας ήταν ο Φίλιππος ΣΤ’, η ηγεμονία του οποίου συνδέθηκε με την έναρξη του Εκατονταετούς Πολέμου. Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς επισκέφθηκε για πρώτη φορά τον ναό.
Στο ίδιο σημείο, το 1804, ο Ναπολέων στέφθηκε αυτοκράτορας από τον εαυτό του. Πήρε το στέμμα από τα χέρια του πάπα και το τοποθέτησε ο ίδιος στο κεφάλι του. Ηθελε να δείξει ότι η εξουσία του δεν προέρχεται από τον Θεό, αλλά από τον λαό. Η εικόνα έχει αποδοθεί με πινέλα και χρώματα, αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με την απόλυτη, αν και ψυχρή, πιστότητα του φακού.
Ομως αυτό που παρακολουθήσαμε το Σάββατο, την αποκάλυψη του καθεδρικού που αναγεννήθηκε από τις στάχτες, ήταν μια στιγμή που μπήκε στην κιβωτό για να ταξιδέψει στις θάλασσες των αιώνων. Στο βαθύ και άδηλο μέλλον οι εικόνες από το Παρίσι θα σηματοδοτούν την ανάμνηση από ένα επίτευγμα που δεν ανήκει μόνο στη Γαλλία, αλλά έχει μερίδιο η ανθρωπότητα.
Η Παναγία των Παρισίων είναι ένα επιβλητικό οικοδόμημα αφιερωμένο στο θείο, στο μεταφυσικό. Και επάνω της έχει χαραγμένους συμβολισμούς που απευθύνονται στο σύνολο του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Είναι, αν θέλετε, με κάποια δόση αυθαιρεσίας, το γαλλικό αντίστοιχο του Παρθενώνα.
Ομως πέρα από το θείο και το μεταφυσικό, πλέον είναι ένας ναός που εντός του λατρεύεται η ανθρώπινη γνώση, η επινοητικότητα, η επιστημοσύνη και οι αρετές της κοινής δουλειάς προς έναν προορισμό που δείχνει απλησίαστος. Οπως η ανθρωπότητα πήγε στο φεγγάρι, έτσι ξανάφτιαξε και την Παναγία των Παρισίων. Ο Θεός απλώς παρακολουθούσε.