Ο Πρωθυπουργός έκοψε τη βασιλόπιτα στο υπουργικό συμβούλιο. Το φλουρί βρέθηκε στο κομμάτι του κυβερνητικού εταίρου. Ακολούθησαν χαμόγελα και κάτι φαιδρά περί ψηφιοποίησης του υπουργείου Εθνικής Αμυνας. Καλό είναι κάτι τέτοια να τα χειριζόμαστε διακριτικά. Είναι ντροπή να δηλώνουμε προς πάσα κατεύθυνση ότι ένα τόσο κρίσιμο υπουργείο ελέγχεται για ψηφιακή υστέρηση.
Ο Αλέξης Τσίπρας δέχθηκε τις ευχές των υπουργών του. «Και του χρόνου». Δεδομένων των συνθηκών, ούτε ο ίδιος δεν θα έπρεπε να τις πάρει στα σοβαρά. Ηγείται μίας κυβέρνησης που εφαρμόζει πολιτική σκληρής λιτότητας, έχοντας επικαλύψει τον προγραμματικό της λόγο με ψεύδη, ενώ τα κρούσματα αλαζονείας ενσωματώθηκαν στην πολιτική καθημερινότητα. Ωστόσο, αυτό που συμβαίνει είναι αξιοσημείωτο: παρά τη δημοσκοπική πίεση, τη δυσφορία της κοινής γνώμης, τη σκληρή λιτότητα και τις προκλητικές συμπεριφορές στελεχών, η κυβέρνηση εμφανίζει μία ιδιαίτερη ανθεκτικότητα. Δεν υπάρχει βέβαια σώφρων άνθρωπος που να στοιχημάτιζε στο πολιτικό μέλλον του κ. Τσίπρα ή στο ενδεχόμενο ανανέωσης της κυβερνητικής θητείας. Από την άλλη, όμως, είναι πολλοί αυτοί που αντιλαμβάνονται ότι η διαχείριση Τσίπρα διακρίνεται από θράσος στο οποίο μπορεί κάποιος να επενδύσει, ακόμα και επιχειρηματικά.
Αλλά και ο ίδιος ο Πρωθυπουργός επένδυσε στα χαλαρά αντανακλαστικά, στην ανοχή, ενίοτε και στην αφέλεια της κοινής γνώμης, με τρόπο που δεν δοκίμασε κανένας άλλος στο παρελθόν. Η περίοδος Τσίπρα μας διδάσκει πολλά. Ισως το πιο σπουδαίο που μας έμαθε, είναι ότι οι πολίτες μπορούν να πιστέψουν τα πάντα. Η κυβέρνηση πανηγυρίζει ότι ψήφισε προϋπολογισμό χωρίς μέτρα. Ψέματα. Τα μέτρα ψηφίστηκαν νωρίτερα και υπάρχουν και άλλα που θα εφαρμοστούν αργότερα. Ομοίως πανηγυρίζει, προαναγγέλλοντας «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να υπάρξει αφού έχουν ήδη αναληφθεί δεσμεύσεις δημοσιονομικού χαρακτήρα. Αυτό δεν την εμποδίζει να πάει στο τέλος Αυγούστου στα λιμάνια και να τοποθετήσει πινακίδες που θα καλωσορίζουν όσους επιστρέφουν από διακοπές, στις πόλεις χωρίς μνημόνια.
Η ευχέρεια με την οποία η κυβέρνηση διατηρεί το κλίμα σε «ελεγχόμενα» πλαίσια συνδέεται, φυσικά, με τα σημαντικά ερείσματα που διαθέτει στο χώρο των μέσων ενημέρωσης. Οι του ΣΥΡΙΖΑ επαναλαμβάνουν, από κεκτημένη ταχύτητα, το επιχείρημα περί διαπλοκής και συστημικών μέσων που βρίσκονται απέναντι από την κυβέρνηση. Ψευδές. Σήμερα η πλειοψηφία των συμβατικών μέσων ενημέρωσης (εφημερίδες, τηλεόραση, ραδιόφωνο) είναι φίλα προσκείμενη προς την κυβέρνηση. Ο τοίχος από πρωτοσέλιδα, που στήνεται κάθε πρωί στα περίπτερα της χώρας, είναι αυτός που αρέσει στον Πολάκη, ασχέτως αν δεν το παραδέχεται. Η δε συζήτηση για τις τηλεοπτικές άδειες βελτιώνει τη διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης, έναντι της επιχειρηματικής ολιγαρχίας που ενίοτε περιγράφεται ως «διαπλοκή». Υπουργοί δεν κρύβουν, χωρίς ενδοιασμούς, την υποστήριξη τους προς εγχειρήματα συγκεκριμένων επιχειρηματιών. Υπάρχουν στιγμές που νομίζεις ότι ορισμένοι επιχειρηματίες είναι και μέλη του υπουργικού συμβουλίου. Είναι επίσης αξιοσημείωτη η συμπεριφορά μέσων, τόσο εντύπων όσο και ραδιοτηλεοπτικών που, ενώ υιοθετούσαν κριτική στάση προς την κυβέρνηση και τον Πρωθυπουργό, εσχάτως εκδηλώνουν διάθεση μεταστροφής.
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει επαναπροσδιορίσει το ένστικτο της πολιτικής αυτοσυντήρησης. Επιμένει σε ένα ψευδές αφήγημα που τείνει να καταστεί «αληθές» δια της μόνιμης επανάληψης του. Πλέον επιστρατεύει γυναικόπαιδα, διεγείρει συναίσθημα, καλλιεργεί διχαστικές διαθέσεις και δεν ξέρεις πού σταματάει η αλήθεια και αρχίζει η λάσπη όταν παρακολουθείς επιθέσεις κατά των πολιτικών αντιπάλων.
Η Νέα Δημοκρατία επέλεξε ένα είδος αντιπολίτευσης που ταιριάζει στην πολιτική αισθητική του αρχηγού της. Χωρίς «σκληρό ροκ», με επιχειρήματα που αποδομούν το success story του Τσίπρα. Επίσης για πρώτη φορά έχουμε αξιωματική αντιπολίτευση που δεν υπόσχεται τον ουρανό με τα άστρα, αλλά κάνει λόγο για μία κανονικότητα δυτικού τύπου. Το ερώτημα εδώ είναι αν παίρνουν από γαλλικά και πιάνο οι Πολάκηδες, αλλά και τι καταλαβαίνει η κοινή γνώμη. Κοντός ψαλμός, θα το μάθουμε στις εκλογές.
Η αξιωματική αντιπολίτευση ακολουθεί σε κάποιο βαθμό και την τακτική του ώριμου φρούτου. Υποτίθεται πως, όσο φθείρεται η κυβέρνηση, τόσο κεφαλαιοποιούν οφέλη οι αντίπαλοι. Εδώ όμως η κυβέρνηση καταφέρνει και βγάζει φάσεις στην εστία της αντιπολίτευσης. Ακόμα και το Μακεδονικό τείνει να αναδειχθεί σε εσωτερικό πρόβλημα της ΝΔ, μαζί με την αμηχανία για τη διαχείριση της περιόδου Κώστα Καραμανλή.
Σήμερα η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται και τόσο για την εκδοχή που αποδίδει τα μνημόνια σε συνωμοσία. Ξέχασε ως και τον Γεωργίου της ΕΛΣΤΑΤ. Τώρα την ενδιαφέρει περισσότερο να αναδεικνύει τις εσωτερικές αντιθέσεις της ΝΔ. Οι δε πιεστικές αναφορές στις δηλώσεις πόθεν έσχες της Μαρέβας Μητσοτάκη καθιστούν την αλήθεια περιττό στοιχείο. Η κοινή γνώμη δεν έχει ακριβή γνώση και άποψη, πιστεύει όμως ότι κάτι συμβαίνει. Αλλωστε είχε πειστεί κάποτε ότι και Το Ποτάμι ήταν του Μπόμπολα. Σε αυτά τα θέματα δεν χρειάζονται λεπτομέρειες.
Η αντιπολίτευση αντιμετωπίζει ακόμα ένα πρόβλημα: χάνει ή δεν αυξάνει τα ερείσματά της στο χώρο των μέσων ενημέρωσης. Γιατί συμβαίνει αυτό; Για διάφορους λόγους. Κάποιοι μπορεί να άλλαξαν γνώμη ή σχέδια. Κάποιοι άλλοι μπορεί και να εκβιάζονται. Και κάποιοι τρίτοι δεν διακινδυνεύουν αφού δεν εμπιστεύονται τη διάθεση ή τη δυνατότητα της ΝΔ να τους καλύψει πολιτικά.
Ολα αυτά μπορεί να επηρεάζουν την εικόνα του αγώνα, αλλά δεν αλλάζουν το τελικό σκορ. Η κυβέρνηση θα χάσει τις εκλογές και η σχέση των δύο εταίρων θα καταστεί παροιμιώδης. Αυτό βέβαια το ξέρει και ο Τσίπρας, δεν χρειάζεται να του το πει κανείς. Θα κυβερνάει ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας θα καταγγέλλει τα μέτρα που ψήφισε ο ίδιος πριν από δύο χρόνια. Και θα το κάνει επειδή όλο αυτό το διάστημα, αυτή τη στιγμή, χτίζει σχεδόν ανεμπόδιστος, περιβάλλον και συνθήκες ώστε να είναι αυτός που θα μιλήσει για «δεξιά παρένθεση».