Ηταν καλοκαίρι του 2005 στο Μανχάταν, σε ένα μικρό βιβλιοπωλείο του West Village. Είδα το βιβλίο στη βιτρίνα με την έκπληξη που αισθάνεται ένα μικρό κορίτσι όταν ανακαλύπτει την κούκλα των ονείρων της.«Salonica. City of Ghosts». Δεν γνώριζα τον Μαζάουερ, δεν ήξερα καν τι μπορεί να περιείχαν οι σελίδες, δεν μπορούσα να φανταστώ για ποιο λόγο ένα βιβλίο για την πατρίδα μου θα διεκδικούσε ματιές και αγοραστές στο Μανχάταν.
Κόστιζε 35 δολάρια, η τιμή είναι ακόμα επάνω στην έκδοση που, για να είμαι ειλικρινής, διόλου δεν ταλαιπωρήθηκε-πέρασε από μία καχεκτική ανάγνωση στην πτήση της επιστροφής και, εκ των πραγμάτων, παραμερίστηκε από την εύληπτη ελληνική.
Δεν διάβασα εγώ το βιβλίο. Με διάβασε εκείνο. Διέκρινε τα κενά της ιστορικής γνώσης, τεράστια λευκά τετράγωνα, μεγάλα σαν της Αριστοτέλους. Διέλυσε μύθους, φύσηξε και έφυγε εκείνη η καταραμένη ομίχλη που φουσκώνει από τα ψέμματα με τα οποία μας μεγαλώνουν.Ο Μαρκ Μαζάουερ, ένας ξένος, είναι ο πρώτος άνθρωπος που διέθεσε είκοσι χρόνια από τη ζωή του για να μας πει την αλήθεια, για να μας διηγηθεί την αληθινή, τη γοητευτική ιστορία μίας πόλης. Απεκατέστησε τους μουσουλμάνους και τους Εβραίους, τον ίδιο τον πίνακα με την εικόνα της Σαλονίκης. Και έστειλε στην κόλαση τους δασκάλους εμού του αδαούς.
Αν θέλετε πρόκειται για να ιστορικό βιβλίο που θα μπορούσε να αλλάξει την ίδια την ιστορία της πόλης. Αλλά δεν υπάρχουν πλέον οι εποχές όπου η αλήθεια φυτρώνει σε μία υγρή γωνιά και αναρριχάται πάνω από τα τείχη της πόλης. Ζήλεψα τον Μαζάουερ γιατί ήξερε μία αλήθεια που αγνοούσα. Γιατί υποχρέωσε τον Παπαγεωργόπουλο, τον Παπαθεμελή και όποιον άλλον να εκτεθούν ασκώντας προσχηματική και αστεία κριτική σε ένα έργο που χτίστηκε επάνω σε είκοσι χρόνια έρευνας.
Εν τέλει περισσότερο ζήλεψα τον Μαζάουερ γι’ αυτό που ο ίδιος είναι, για τον τρόπο με τον οποίο αφηγείται τα γεγονότα. Αν εμείς οι δημοσιογράφοι είμαστε οι ιστορικοί του εφήμερου, οι καλοί ιστορικοί είναι αυτό που θα θέλαμε να γίνουμε, αλλά φανήκαμε αρκετά τεμπέληδες για να το κυνηγήσουμε. Ο Μαζάουερ γράφει ιστορία σαν καλός δημοσιογράφος. Αλλά ο τύπος ακόμα και αν έκανε δημοσιογραφία, θα κατάφερνε να γράψει ιστορία.