Θυμάστε το Lost; Η πρώτη σεζόν προβλήθηκε πριν από 20 χρόνια και ακολούθησαν άλλες πέντε. Οσοι το παρακολουθήσαμε περάσαμε έξι χρόνια προσπαθώντας να καταλάβουμε τι ακριβώς έχει συμβεί στους επιβάτες του αεροπλάνου που κατέπεσε σε ένα μυστηριώδες νησί. Πριν ξεκινήσει η τελευταία σεζόν, οι δημιουργοί της σειράς μας υποσχέθηκαν ότι θα απαντηθούν όλες οι απορίες μας. Μας δούλευαν. Στις τελευταίες σκηνές μάθαμε ότι όλοι οι επιβάτες ήταν νεκροί ή κάτι τέτοιo, δεν είμαι απόλυτα βέβαιος. Ακόμα και σήμερα κυκλοφορούν θεωρίες για το τέλος του Lost και φυσικά υπάρχουν άνθρωποι που βγαίνουν από τα ρούχα τους.
Για τη συζήτηση επί της προτάσεως δυσπιστίας, διατηρούσα προσδοκίες αντίστοιχες με εκείνες που είχα όταν έβλεπα τη σειρά. Περίμενα να μάθω ποιος άπλωσε χέρι στο ηχητικό υλικό του ΟΣΕ και έκανε το μοντάζ. Ηθελα να ακούσω ποιος πλήρωσε τη θηριώδη εγγύηση τριών ανθρώπων του Οργανισμού προκειμένου να αφεθούν ελεύθεροι. Πήρα αγκαλιά τα ποπ κορν μου αναμένοντας πληροφόρηση, δια πρωθυπουργικού στόματος, για την απομάκρυνση δύο υπουργών, εκ των στενότερων συνεργατών του. Και δεν είχα από δίπλα κάποιον που αντιλαμβάνεται τα νομικά, να μου εξηγήσει τι ακριβώς συμβαίνει με τον Κώστα Αχ. Καραμανλή. Τίποτα. Ακόμα και όταν ο Πρωθυπουργός έλεγε ότι μας κοιτάζει στα μάτια και μοιράζεται αλήθεια, είχε στραφεί προς τα θεωρεία, δεν έβλεπε στην κάμερα μπροστά του.
Ισως, τελικά, να μην είχε και τόση σημασία η αλήθεια. Πρώτον, γιατί ο καθένας πλέον μπορεί να καλλιεργεί και να ποτίζει τη δική του εκδοχή. Και δεύτερον, επειδή η κοινή γνώμη, ο λαός στα γραφεία, στα σούπερ μάρκετ, στα κομμωτήρια, έχει ήδη διαμορφώσει άποψη, ακόμα και αν δεν διαθέτει πλήρη γνώση. Το ξέρουν και στην κυβέρνηση αυτό. Γνωρίζουν ότι η επικοινωνιακή μάχη χάθηκε κάτω από 1,3 εκατομμύρια υπογραφές. Το βλέπουν στις δημοσκοπήσεις οι οποίες περιγράφουν ένα καθολικό αίσθημα δυσπιστίας ως προς τα Τέμπη. Και επενδύουν, έστω και ασυνείδητα, στον αθεράπευτο κυνισμό της κοινωνίας.
Το ίδιο δεν συνέβη με τις υποκλοπές; Κάτι τέτοιο δεν έγινε με το 41% λίγο μετά τα Τέμπη; Οταν ο ψηφοφόρος μπαίνει στο παραβάν και εμφανίζεται μπροστά του μόνο μία επιλογή διακυβέρνησης, τα υπόλοιπα μπαίνουν στην άκρη. Ψηφίζει αυτό που έχει. Μπορεί να σοκαρίστηκε με τις υποκλοπές, να συγκλονίστηκε με τα Τέμπη, να τον ενόχλησαν κάποιοι υπουργοί, αλλά μπροστά στην κάλπη η επιλογή για κυβέρνηση ήταν μία και μοναδική. Τουλάχιστον μέχρι να κάνει το rebranding ο Τσίπρας και να επιστρέψει με γυαλιά πρεσβυωπίας, γκρίζους κροτάφους και μία καινούργια ουτοπία που θα δείχνει σύγχρονη και ρεαλιστική. Παρεμπιπτόντως, είναι εξαιρετική η απόφαση Τσίπρα για επαναλανσάρισμα του εαυτού του ως καινούργιο πολιτικό προϊόν. Αρκεί να του βρουν και έναν τρόπο να επιστρέψει στο παρελθόν και να διορθώσει κάποια πράγματα.
Μιλώντας για ηγέτες της αντιπολίτευσης, ο Μητσοτάκης χαρακτήρισε τον Κασσελάκη «φαιδρό» και του καταλόγισε «σαχλαμάρες». Το λες και unfair, όταν ο άλλος δεν είναι εκεί για να απαντήσει, πλην όμως, εντελώς μεταξύ μας, δεν πρόκειται για χαρακτηρισμούς που διατηρούν τεράστια απόσταση από την αλήθεια. Οταν ένας εξοδούχος φαντάρος ζητεί εκλογές με διεθνείς παρατηρητές και όταν, την επομένη, οι δηλώσεις του επενδύονται με φωτογραφίες όπου φέρει τη στρατιωτική παραλλαγή, τότε δεν γίνεται να μη σου ξεφύγει ένα χάχανο. Θα το βρεις χαριτωμένο, ελαφρώς γελοίο, αρκετά σουρεαλιστικό, εντελώς άσχετο από την πολιτική. Εκτός και αν η πολιτική μεταλλάσσεται σε κάτι τέτοιο και ακόμα δεν το έχουμε αντιληφθεί.
Είναι και ο Νίκος Ανδρουλάκης που την Πέμπτη έζησε, επιτέλους, κάτι από το όνειρο. Εκανε την καλύτερη κοινοβουλευτική του εμφάνιση ωσάν ο πραγματικός αρχηγός της αντιπολίτευσης. Και αν η πολιτική παίζεται πάνω σε σκακιέρα, ο Ανδρουλάκης, κατάφερε να εξοντώσει και δυο αξιωματικούς του Μητσοτάκη. Θα το κεφαλαιοποιήσει; Ας πούμε ότι βγαίνει δεύτερος. Και μετά, τι; Πάμε προς εκλογές κατά τις οποίες θα παρακολουθήσουμε μία κυβέρνηση να χάνει πόντους από τον εαυτό της, ταϊζοντας με τα κομμάτια της την αντισυστημικότητα. Ναι, η κοινωνία θα διαμαρτυρηθεί εκλογικά, θα βγάλει το άχτι της για τον εγκλωβισμό που υφίσταται. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα συνεχίσει να ηγεμονεύει και θα προσπαθεί να μας πείσει ότι ακόμα βλέπουμε τον Ντόριαν Γκρέι, όχι το πορτρέτο του.