Επισήμως το ελληνικό δημόσιο θεωρεί ότι κάθε Μεγάλο Σάββατο ο Θεός δίνει φωτιά στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων, ώστε η Ανάσταση του Υιού Του να γιορταστεί στην Ελλάδα με φως απευθείας από την πηγή. Εν προκειμένω μεσολαβούν μεσάζοντες, αλλά δεν μπορεί να γίνει αλλιώς. Όπως καταλαβαίνετε, έτσι και πάτε εσείς στον Θεό δεν υπάρχει δυνατότητα επιστροφής. Αλλά και η χάρη Του δεν ευκαιρεί να ανάβει μία προς μία τις λαμπάδες ανά την ελληνική επικράτεια. Ασφαλώς γνωρίζετε ότι η αφή του Αγίου Φωτός τελείται μόνο από τον ελληνορθόδοξο πατριάρχη. Καθολικοί και Προτεστάντες ούτε να το σκέφτονται. Οι Ρώσοι, που είναι παλαιοημερολογίτες, δεν έχουν την τιμή και την ευλογία.
Οι Αρμένιοι κάθονται έξω και διαμαρτύρονται. Ας πρόσεχαν. Μπορεί το Ισραήλ να ήταν ο εκλεκτός λαός, οι Έλληνες, όμως, έχουμε τον τρόπο μας. Επίσης ο Θεός, ως ελεήμων, δεν κάνει διακρίσεις που ορίζονται από τα ταπεινά και τα ανθρώπινα. Ας πούμε ότι είσαι Πατριάρχης Ιεροσολύμων, έχεις βουτήξει εκατομμύρια και κάνεις δουλειές με τον Βαβύλη. Θα μπεις στο ναό ντυμένος στα λευκά και θα βγεις εκστασιασμένος με τις λαμπάδες να λιώνουν. Ο Θεός δεν ασχολείται, δεν δίνει σημασία. Εδώ και δεκαετίες, λοιπόν, η ελληνική Πολιτεία παραμένει συνεπής στη συνάντηση της με το θείο. Για πολλά χρόνια ένα αεροσκάφος της Ολυμπιακής Αεροπορίας εκτελούσε ειδική πτήση με προορισμό τους Άγιους Τόπους. Μπροστά, στην πρώτη θέση, ήταν παραδοσιακά ο υφυπουργός των Εξωτερικών. Και ακολουθούσε ένα τσάρτερ ρουσφέτια. Δημοσιογράφοι, συγγενείς πολιτικών και υπαλλήλων του ΥΠΕΞ, θρησκόληπτες εξαδέρφες παραγόντων της δημοσίας ζωής, αργόσχολοι εκδρομείς. Ήταν το θαύμα της Κανά, αλλά με ρουσφέτια. Ο Θεός έκανε ένα καλό ρουσφέτι στο ελληνικό κράτος και αυτό με τη σειρά του το μεταλαμπάδευε σε δεκάδες άλλους. Θα πείτε ότι ούτως ή άλλως η σχέση με το θείο είναι πελατειακή-ζητάς για να πάρεις, ενίοτε απαιτείς να εξαιρεθείς από την κοινή μοίρα, τάζεις για να ζήσεις εσύ και ας χαθούν όλοι οι άλλοι. Στην περίπτωση του Φωτός το ελληνικό κράτος αποδείκνυε ότι δεν έχει τον Θεό του. Έκανε ρουσφέτια και βολέματα ακόμα και στην επαφή με το υπερφυσικό.
Εντάξει, τα τελευταία χρόνια δεν γίνονται πλέον εκδρομές. Πηγαίνει μικρό αεροσκάφος και εν συνεχεία το Φως ταξιδεύει ανά τη χώρα με αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας. Κανένας δεν ξέρει πόσο κοστίζει η μεταφορά της φλόγας που μας δίνει ο Κύριος-υποθέτω ότι ούτε η Χάρη Του θα έχει πλήρη γνώση. Ένα είναι βέβαιο: το ελληνικό κράτος πρέπει να είναι η μοναδική ή, έστω, μία από τις ελάχιστες Πολιτείες του δυτικού κόσμου που χρηματοδοτεί με συνέπεια μία λατρευτική δοξασία του υπερφυσικού. Προσέξτε, δεν πρόκειται για θρησκευτική παράδοση. Μιλάμε για μία τελετή που έχει τη μεταχείριση είδησης-τα δελτία αναφέρονται στην αφή με τη φυσικότητα που απαιτεί η αλήθεια. Η δημόσια τηλεόραση περιγράφει το γεγονός όπως το βιβλίο θρησκευτικών το copy-paste των Δέκα Εντολών από τον ουρανό στις πέτρινες πλάκες.
Ξέρω, θα πείτε ότι το κράτος οφείλει να σέβεται, αλλά και να διευκολύνει την άσκηση λατρευτικών εθίμων. Να δεχθώ επίσης και την προνομιακή σχέση της ελληνικής Πολιτείας με την ορθόδοξη εκκλησία. Αν θέλετε να θεωρήσω ως δεδομένη την ιδιαίτερη σχέση που διατηρεί η πατρίδα μας με τη θεία οικογένεια, ειδικά με την Παναγία, με την οποία έχουμε και μία κάποια οικειότητα. Άλλωστε το ελληνικό κράτος χορηγεί πλήθος ερεισμάτων για να συζητήσεις την έννοια του θείου. Βλέπεις τι συμβαίνει και κάνεις το σταυρό σου, πέφτεις στα γόνατα και ανοίγεις τα χέρια προς τον ουρανό. Και λες ότι η ύπαρξη αυτού του κράτους επιβεβαιώνει ή ακυρώνει την ύπαρξη του Θεού-εξαρτάται από ποια πλευρά βλέπεις τα πράγματα. Όταν, όμως, ανάβει το Άγιο Φως διακρίνονται και οι σκιές από τις φιγούρες των ιεραρχών. Ακούγονται τα προνόμια του συστήματος να επιβάλλονται σε μία ολόκληρη κοινωνία. Και θέλεις να ρωτήσεις το αυτονόητο: γιατί να μην πληρώνει η Εκκλησία τη μεταφορά του Φωτός από τους Άγιους Τόπους; Γιατί Θεέ μου;