Κάποτε όλα αυτά θα γίνουν ιστορία. Τα γεγονότα, σταγόνα-σταγόνα, θα φτιάξουν έναν σταλακτίτη στο ιστορικό κέλυφος που θα περιβάλλει τις επόμενες γενιές. Δεν ξέρω πως θα λέγεται. Ακόμα δεν έχουμε δώσει όνομα στην εποχή και τίτλο στην τραγωδία μας. Αλλά αυτό θα γίνει στο μέλλον, εκτός και αν η φύση της κρίσης δεν επιτρέψει στην έμπνευση να ανθίσει. Άλλωστε ποιος θυμάται τις προηγούμενες φορές που η χώρα βρέθηκε στο ίδιο σημείο; Στην καλύτερη περίπτωση το «μαζί τα φάγαμε» να διασωθεί στη χρονοκάψουλα, σέρνοντας και ένα «λεφτά υπάρχουν», για να στριμωχτούν δίπλα στο «δυστυχώς επτωχεύσαμε» του Τρικούπη. Μέχρι εκεί.
Οι οικονομικές κρίσεις είναι από τις τραγωδίες που δεν συνεγείρουν τη δημιουργικότητα, τουλάχιστον στην αυλή μας. Ίσως επειδή είναι σχετικά στεγνές από αίμα. Όταν δέρνουν στην ταράτσα τον Ανδρέα, μετράς τους χτύπους και τους βάζεις στο πεντάγραμμο. Όταν απολύουν τον Ανδρέα-και μάλιστα όχι κάτω από παγωμένη τσιμινιέρα-η έμπνευση στέκεται κάπως αμήχανη μπροστά στο θλιβερό γεγονός-είναι σαν να πεθαίνει ένας μεσήλικας που γνώριζες εξ αποστάσεως. Ομοίως και η λαϊκή αγωνιστικότητα πάλλεται αλλιώς όταν το μέτωπο είναι οικονομικό. Άλλο να υψώνεις πανό για τη δημοκρατία και άλλο για τους μισθούς και τις συντάξεις. Παλαιότερα το καθεστώς σε μάζευε και σε έστελνε στο ξερονήσι. Τώρα, απλώς, δεν έχεις τα χρήματα να πας ούτε ως τουρίστας. Δεν υπάρχει σπαρακτικός πόνος. Υπάρχει μιζέρια. Η καρδιά δεν φτερουγίζει, απλώς χτυπά. Τα μαλλιά δεν ανεμίζουν όπως τότε. Φυσάει, αλλά χωρίς αύρα.
Βέβαια και εμείς έχουμε μάθει πάνω στις παλιές φόρμες, στο συμβατικό πολιτικό τραγούδι. Ακούς το πρόβλημα στα ραδιόφωνα. Τις τελευταίες μέρες θέλουν να παίξουν κάτι επίκαιρο και έχουν πιάσει από το μαλλί την Άννα που στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί και ο καλός της θα ζητήσει βερεσέ από τον μπακάλη. Μέχρι εκεί. Στο Πολυτεχνείο κάνεις τη δουλειά σου με ολόκληρη δισκογραφία. Τώρα; Δυστυχώς, το πολιτικό τραγούδι εν Ελλάδα οφείλει να ακολουθεί συγκεκριμένους δρόμους. Δεν είναι μόνο ο στίχος. Είναι και η μουσική που κάνει τη γροθιά να σφίγγει και δίνει δύναμη στο ροζιασμένο χέρι. Τι κάνεις, όμως, όταν ο αγώνας είναι πρώτα οικονομικός; Το ελληνικό ρεπερτόριο έχει εξαιρετικά τραγούδια για τη φτώχεια και την εργατιά-ειδικά για τη μετανάστευση είναι περισσότερα και από τους βυζαντινούς ψαλμούς. Βάλε, όμως, Στέλιο στη συγκέντρωση. Θα κάνει ακριβώς την ίδια δουλειά με τα δακρυγόνα.
Ζούμε, λοιπόν, σε μία εποχή που αδυνατεί να εκφραστεί. Θέλει, αλλά δεν βρίσκει τον τρόπο. Και το δημώδες συγκροτείται από διαφημιστικές ατάκες. Η δημιουργία που ενώνει τα χείλη μας με την ίδια κλωστή, προέρχεται κατά κύριο λόγο από διαφημίσεις. Όχι πως η διαφήμιση δεν είναι τέχνη, αλλά αυτό που εκφράζει δεν έχει να κάνει με αυτό που ζούμε. Η αναπαραγωγή των σλόγκαν είναι σαν να θρέφεσαι με τσίχλες και εσύ πεινάς. Τα βράδια ο λαός βλέπει φθηνές παραγωγές και αναστενάζει με τούρκικα σίριαλ. Αλλά αυτό είναι νταλκάς, εμείς καημό ψάχνουμε. Δεν είναι εύκολο. Όταν διαφωνούμε για την πραγματικότητα που βιώνουμε, πώς να συμφωνήσουμε σε αυτό που την εκφράζει; Όμως κάπου, κάποτε, θα γεννηθεί.