Όταν άνοιξε η κρίση, στην περίοδο του πρώτου ψεκασμού, οι Κινέζοι ήταν κάτι σαν εθνική εφεδρεία. Κανένας δεν είχε ρωτήσει τους ίδιους, αλλά υποθέταμε ότι ήθελαν να πάρουν την μπουκιά από το στόμα της Γερμανίας. Εμείς θα κόβαμε ένα ομόλογο και εκείνοι θα έδιναν όσα μας λείπουν. Κανένας δεν υπολόγισε ότι σε πρώτη φάση χρειαζόμασταν περίπου εκατό ευρώ από κάθε Κινέζο.
Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί το λαϊκό αίσθημα προτιμάει Κινέζους από Γερμανούς. Υπέθεσα ότι είναι οι μνήμες της κατοχής. Μετά αντιλήφθηκα ότι για τον Έλληνα, ο Κινέζος είναι ο καινούριος Άραβας: έχει πολλά, είναι μεγάλος, του ζητάμε ψίχουλα και θα τα δώσει χωρίς πολλές απαιτήσεις. Κοινώς, ως εργοδότη θα επιλέγαμε Γερμανό (δεν είμαστε και ηλίθιοι), αλλά για δανειστή Κινέζο. Ο Σαμαράς πάει στην Κίνα για δουλειές. Καλά κάνει.
Ως χώρα έχουμε το ιδανικό μέγεθος πληθυσμού για να βάψουμε το Σινικό Τείχος. Όμως το θέμα είναι να έρθουν εκείνοι, όχι να πάμε εμείς εκεί. Κατά μία εκδοχή, η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει για την Κίνα αυτό που ήταν η Κύπρος για τους Ρώσους. Αρκεί να κάνουμε τους συμβιβασμούς που απαιτούν αυτές οι δουλειές. Ο βασικότερος: να καταλάβουμε ότι δεν έχει σημασία σε ποιον ανήκει κάτι, αλλά ποιος πληρώνεται από αυτό – είδαμε και τι συνέβη όταν τα πάντα ήταν στα χέρια Ελλήνων.
Η Ελλάδα είναι μία χρεοκοπημένη κουκίδα, σε ένα ενδιαφέρον σημείο του πλανήτη. Μέχρι εκεί. Αν έρθει κάποιος να βάλει λεφτά, θα πάρει περισσότερα από όσα δίνει – δεν υπάρχει ηθική σε αυτά. Πιθανότατα δε, δεν θα έρθει και αυτός που περιμένουμε. Οι Γερμανοί άφησαν το αεροδρόμιο και ο Τσέχος ήρθε στον ΟΠΑΠ. Όλοι αυτοί την ίδια πατρίδα έχουν. Τους λες και Κινέζους.