Τη μέρα που θα σβηστεί η πράσινη γραμμή θα φροντίσω να είμαι εκεί. Και σκέφτομαι ότι μία πατημένη γόπα θα ταίριαζε πάνω στο αποτύπωμά της-τι κρίμα που δεν καπνίζω πια. Θα προτιμούσα να είναι γερασμένο φθινόπωρο, στην αυγή του χειμώνα. Να νυχτώνει νωρίς και να δροσίζει με ρίγη. Α, όχι, δεν θα έχω φωτογραφική μηχανή. Πιθανότατα να μην κάνω ούτε ένα στοιχειώδες ρεπορτάζ. Όμως θα κάτσω όλη τη μέρα εκεί. Θα βλέπω στρατιώτες να σηκώνουν βαρέλια, εκσκαφείς να μετατρέπουν τους φράχτες σε μπάζα. Νταλίκες να σηκώνουν τα φυλάκια, αγήματα να μαζεύουν σημαίες, αμήχανες χειραψίες να δένονται με επίσημους συμβολισμούς. Είχα βρεθεί και στο Βερολίνο, όταν έπεσε το τείχος, αλλά στην Κύπρο θα είναι αλλιώς. Κανένας δεν θα έχει διάθεση να γιορτάσει. Όταν σβηστεί η γραμμή δεν θα ανοίξουν ούτε σαμπάνιες, ούτε αγκαλιές. Ούτε πυροτεχνήματα. Ο ουρανός θα μείνει ανέγγιχτος, τα τραγούδια σιωπηρά και το χειροκρότημα μέσα στις τσέπες. Και όλα θα έχουν τελειώσει, όπως ένας καβγάς ζευγαριού που δεν μπορεί να χωρίσει και μοιράζεται το ίδιο κρεβάτι. Τότε θα ψάξω έναν Τουρκοκύπριο, να τον ρωτήσω αν θα σβήσουν τη σημαία που έφτιαξαν με πέτρες στον Πενταδάκτυλο.
Το Κυπριακό πάει για λύση, πείτε το, με τρόπο, στον Νταλάρα. Και στις ειδήσεις πιάνει πάτο -ποιος νοιάζεται πια; Μα πού πήγαν οι φωνές και οι συγκεντρώσεις; Πώς έσβησαν οι νότες από τις συναυλίες και τα γαλάζια χρώματα από τα μεγάλα λόγια; Ήταν μάταια όλα αυτά ή απλώς πέρασε ο καιρός τους; Σαράντα χρόνια μας στοίχειωσε και τώρα το ξορκίζουμε σαν απλό μάτιασμα. Δείχνει ασεβές, απέναντι στους ανθρώπους και στην ιστορία. Όμως είναι τόσο λογικό, όσο η ζωή η ίδια. Είναι και όμορφο, ξέρετε. Τα νιάτα της εισβολής θα υπογράψουν τη λύση. Τα παιδιά τους έχουν συμβιβαστεί και τα εγγόνια τους δεν θα θυμούνται. Αν το αποφορτίσεις από τα εθνικά, μπορείς να το δεις ως ένα ενδιαφέρον ιστορικό πείραμα. Μπορούν να ζήσουν μαζί; Όχι ως Έλληνες και Τούρκοι, αλλά ως Κύπριοι. Ειλικρινά, δεν το ξέρω. Όμως όταν τα ΑΤΜ γίνονται κοινά, εκτός από χρήματα βγάζουν και λύσεις. Κατά μία εκδοχή το Κυπριακό λύθηκε νωρίτερα πάνω στα τραπέζια των καζίνο, στα φθηνά μεροκάματα των Τουρκοκυπρίων, στις πλατφόρμες του φυσικού αερίου -ειδικά εκεί. Θα λυθεί και στα χαρτιά. Δεν υπάρχουν πολλά μάτια για να κλάψουν. Και τα μάτια που είχαν εικόνες, κλείνουν σιγά-σιγά.
Αφιερωμένο στον Γιώργο Ιωαννίδη, του Σόλωνα και της Μηλιάς, από την Κατωκοπιά, έναν Κύπριο που αγαπούσε πολύ την πατρίδα του. Έφυγε πρόωρα και θα τον αποχαιρετήσουμε σήμερα. Αντίο φίλε, πόσο θα ήθελα τώρα να ακούσω τη γνώμη σου…