Είναι προτιμότερο να δεις με το παιδί σου τον «Σημαδεμένο», παρά να του διαβάσεις τον Πινόκιο. Τα ευρωπαϊκά παραμύθια είναι τρομακτικά, χειρότερα από την πραγματική ζωή που θα έχουν τα παιδιά. Είναι, όμως, συνεπή με τον τρόπο που τα μεγαλώνουμε. Ο κόσμος των παιδιών είναι σκληρός. Και ψεύτικος. Με ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και υπερβολικούς φόβους. Λένε, βέβαια, ότι και τα παιδιά είναι σκληρά. Δεν το θυμάμαι πια. Προσπαθώ να είμαι πιστός στη βιολογική μου ηλικία. Δύσκολο. Όταν το πετυχαίνεις, είσαι καταθλιπτικός. Και όταν το χάνεις, γίνεσαι γελοίος. Όμως πάντα αναρωτιόμουν, με τρώει αυτό, τι στο διάολο να κάνει ένα παιδί στο κορμί ενός μεσήλικα; Γιατί να στοιχειώνει στο ζωντανό κουφάρι ενός γέρου; Δεν υπάρχει σωστή απάντηση. Είναι λάθος η ερώτηση.
Η απουσία της ενηλικίωσης είναι το υλικό του «Πουπουλένιου». Το γράφει και ο Μαρκουλάκης στο σημείωμα του σκηνοθέτη: «Οι άνθρωποι είναι πολύ πιο δυστυχισμένοι απ’ όσο θα μπορούσε κανείς να φανταστεί και… δεν υπάρχουν ενήλικες» Το δανείστηκε από αλλού, αλλά είναι μια αλήθεια που μοιράζονται οι περισσότεροι και, τέλος πάντων, θα την πάρεις μαζί σου φεύγοντας από το θέατρο.
Δύο αδέρφια. Ο ένας γράφει ιστορίες, φριχτά παραμύθια με κακοποιημένα παιδιά. Ο άλλος χωλαίνει νοητικά. Ανακρίνονται για τους φόνους παιδιών, που έγιναν όπως ακριβώς περιγράφονται στην ιστορίες του συγγραφέα. Μία από αυτές είναι και ο «Πουπουλένιος». Τεράστιος, φτιαγμένος από μαξιλάρια, πρόθυμος να λυτρώσει παιδιά που θα έχουν άσχημη ζωή. Ο συγγραφέας (Μαρκουλάκης) διηγείται τις ιστορίες του -η σκηνική τους απόδοση είναι πραγματικά ευρηματική. Ο αδερφός (Πυρπασόπουλος) αφηγείται τη δική του εκδοχή για τη ζωή και οι δύο αστυνομικοί (Κουρής, Παπασπηλιόπουλος), προσπαθούν να ξεμπλέξουν το κουβάρι, αλλά σκοντάφτουν και οι ίδιοι, γελοίοι και τραγικοί συνάμα. Η ένταση σπάει με γέλιο. «Το έργο είναι roller coaster, σε ανεβάζει και μετά βίαια σε πάει πάλι κάτω» μου λέει ο Μαρκουλάκης. Όμως εγώ γέλασα με ενοχή. Το χιούμορ στον «Πουπουλένιο» δεν είναι μαύρο για να συνωμοτήσεις μαζί του. Είναι σαρκαστικό, βγαίνει μέσα από τα βρώμικα δόντια μιας σκληρής ζωής. Το έργο σου λέει ότι είσαι πάντα παιδί. Αυτό δεν είναι λυτρωτικό. Είναι σπαραχτικό. Πώς μπορείς να περάσεις μια ζωή ως ένα πληγωμένο παιδί; Δεν μπορείς. Γι΄ αυτό και είναι καλύτερο να μεγαλώσεις, να ενηλικιωθείς. Αυτό, βέβαια, το λέω εγώ. Όμως σημασία δεν έχει το δικό μου δράμα, αλλά εκείνο που ιστορεί η παράσταση. Ο «Πουπουλένιος» σου λέει ότι είσαι αυτό που αποφάσισαν οι γονείς σου να είσαι. Φοβάμαι ότι δεν είσαι μόνο αυτό. Μεγαλώνοντας διαπιστώνω ότι μαζί με το πρόσωπο και το κορμί, αλλάζει ο ίσκιος μου, μεταμορφώνεται στο περίγραμμα κάποιου που λείπει εδώ και χρόνια. Ας είναι.
Οι ερμηνείες σε καθηλώνουν. Τόσο απλά. Τέσσερις σπουδαίοι ηθοποιοί, λίγο πριν πατήσουν στις παρυφές της ωριμότητας, βγάζουν ταλέντο και εμπειρία σε ρόλους που είναι εύκολο να εκμαυλιστούν από υπερβολή. Ωστόσο και οι τέσσερις διαχειρίζονται άψογα την απαίτηση για ισορροπία. Η σκηνοθεσία του Μαρκουλάκη σπρώχνει τον χρόνο να τρέξει πιο γρήγορα. Και αυτό είναι σπουδαίο για ένα έργο σαν τον «Πουπουλένιο». Η καλύτερη παράσταση της χρονιάς; Δεν ξέρω. Είναι, όμως, μία παράσταση που πρέπει να δείτε. Το εισιτήριο δεν είναι και το φθηνότερο, ενώ χρειάζεται να κλείσετε καιρό πριν. Όμως, επιμένω, να δείτε το έργο. Εν ανάγκη και μόνοι. Πιθανότατα δίπλα σας να κάθεται ένα παιδί που έχετε χρόνια να δείτε.