Υπάρχουν δύο αναγνώσεις για τα χθεσινά χαριτωμένα στη Βουλή. Η προφανής λέει ότι ο Τσίπρας πυροβόλησε τα πόδια του: αντί να μείνει στη Βουλή, να εξηγεί και να καταγγέλλει, έστρεψε αλλού το ενδιαφέρον και χάρισε στην κυβέρνηση μία γενναιόδωρη απουσία.
Η δεύτερη ανάγνωση λέει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, με απολύτως θεμιτά και θεσμικά μέσα, μετέτρεψε σε ροντέο μία διαδικασία στην οποία, ούτως ή άλλως, θα είχε τον ρόλο του θεατή. Κάπως έτσι κατάφερε να υπενθυμίσει στην κοινωνία ότι η σύγκρουση είναι διπολική και θα γίνει πιο έντονη όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές.
Πιθανότατα και οι δύο αναγνώσεις είναι σωστές – εξαρτάται ποιος τις βλέπει και από ποια γωνία. Όμως και οι δύο φωτίζουν, τελικά, το πραγματικό πολιτικό μας πρόβλημα. Ο λόγος της οξύτητας στο κοινοβούλιο δεν έχει να κάνει με τη σύγκρουση των ιδεών. Έχει να κάνει με την απουσία τους. Από τη μία υπάρχει μία κυβέρνηση που νομοθετεί καθ’ υπαγόρευση των δανειστών. Ναι, φυσικά υπάρχουν και απαραίτητες παρεμβάσεις μέσα σε αυτό το πλαίσιο. Όμως αυτό δεν αλλάζει την ουσία: ακόμα και αν πεις ότι η κυβέρνηση δεν εκτελεί εντολές, δεν μπορείς να ισχυριστείς ότι δύναται να αναλάβει πρωτοβουλίες χωρίς την έγκριση των δανειστών. Δεν ξέρω αν αυτό είναι αναπόφευκτο. Είναι, όμως, πραγματικό. Και τι υπάρχει από την άλλη πλευρά; Μία αντιπολίτευση χωρίς συγκροτημένη πρόταση που, εκ των πραγμάτων, καταφεύγει στην άρνηση και στο σύνθημα. Και όταν δεν έχεις ουσία να βάλεις στον λόγο σου, του δίνεις ντεσιμπέλ. Ακούσαμε κουβέντες που πριν από μερικά χρόνια θα τάιζαν πρωτοσέλιδα. Τώρα, δεν φτιάχνουν ούτε τίτλο.
Τι κρατάω; Όχι Νικήτα. Καμμένο, μόνο. Που αποκάλυψε το σχέδιο των σούπερ μάρκετ για να μας ταΐζουν μεταλλαγμένα, ενώ αν φυτέψεις μια ντομάτα και ένα αγγούρι κινδυνεύεις να σε συλλάβουν. Εκείνη τη στιγμή πίστεψα ότι θα πει για τις μεγάλες γραμμές στον ουρανό. Δεν είπε. Όμως, ποτέ δεν είναι αργά.