Από την 21η Απριλίου 1967 πέρασε σχεδόν μισός αιώνας. Δεν ξέρω πόσο θα αντέξει η επέτειος, αλλά έχω την αίσθηση ότι θα ζήσει περισσότερο από την 4η Αυγούστου. Η δικτατορία του Μεταξά επέζησε ως επετειακό γεγονός καμιά πενηνταριά χρόνια – το 1986 δεν νομίζω να έκανε κανείς σοβαρή αναδρομή. Η χούντα των συνταγματαρχών θα πάει περισσότερο. Διόλου παράλογο. Είναι το γεγονός που προσδιόρισε τις πολιτικές συνθήκες των τελευταίων 40 ετών – δεν υπάρχει μεταπολίτευση χωρίς δικτατορία. Επίσης, η μνήμη αυτή διαθέτει πολιτιστικό και αρχειακό υπόβαθρο – ιστορία σε μαγνητικά μέσα. Ο Μεταξάς επικαλύφθηκε ιστορικά από άλλα, δραματικότερα γεγονότα. Οι Απριλιανοί ζούσαν μέχρι πρόσφατα – ο Παττακός κάπου θα εμφανιστεί σήμερα. Εννοείται ότι στην επιβίωση της μνήμης, η χούντα του Παπαδόπουλου υπερτερεί του Μεταξά και για βιολογικούς λόγους: η γενιά του ’36 δεν έφτασε μισό αιώνα μετά. Η γενιά του ’67 μέχρι πρόσφατα ήταν στα πράγματα.
Η μνήμη είναι σαν τη βροχή. Το τέλος της είναι ανεξάρτητο από τη βούληση και τις επιθυμίες σου. Όμως εμείς στον τόπο αυτό συχνά διαχωρίζουμε τη μνήμη από την αλήθεια – αλλού η βροχή και αλλού ο χτύπος της. Στη λαϊκή συνείδηση το πραξικόπημα του 1967 καταγράφεται ως η «ξενοκίνητη και ξενόδουλη χούντα» που επέβαλε ένα τυραννικό καθεστώς, καταπνίγοντας τη λαϊκή αντίσταση. Η περιγραφή είναι τόσο στρογγυλεμένη, σαν χάπι από ζάχαρη. Το δείχνει και η πορεία προς την πρεσβεία, που αρνείται να περάσει από το Πεντάγωνο ή τη Βουλή. Πάνω και πρώτα απ’ όλα φταίνε οι ξένοι. Είτε είναι χούντα, είτε είναι μνημόνιο, πρώτα στους ξένους θα πέσει η μομφή. Το πολύ να έχουν μαζί τους «μία χούφτα επίορκων αξιωματικών» ή πολιτικό προσωπικό δεμένο και συνδεδεμένο με τα συμφέροντά τους. Εν προκειμένω η κυρίαρχη αφήγηση απεμπλέκει το μεγαλύτερο τμήμα του στρατού και της αστυνομίας. Ομοίως απενοχοποιεί τον λαό, τα εκατομμύρια των νοικοκυραίων που, εκείνο το πρωί του ’67, πήγαν στις δουλειές τους μουρμουρίζοντας ότι «κάτι έπρεπε να γίνει». Δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Κάπως έτσι, το Πολυτεχνείο και τα γεμάτα γήπεδα της μεταπολίτευσης προήγαγαν σε μαζική λαϊκή κινητοποίηση τις μεμονωμένες πράξεις αντίστασης. Ο ηρωισμός των λίγων αραιώθηκε στο νερό που ξέπλυνε τους πολλούς. Και, για φαντάσου, η χούντα δεν τελείωσε το ’73.