Tην πρώτη φορά που κατάλαβα ότι ο χρόνος με βάζει από κάτω είναι όταν συνειδητοποίησα ότι είμαι πιο μεγάλος και από τους τερματοφύλακες. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς πόσο γρήγορα περνάς τον προπονητή και πλησιάζεις τον πρόεδρο. Η ευτυχία, πλέον, αρχίζει και προσδιορίζεται αλλιώς: είναι οι μικρές παρενθέσεις μέσα στις οποίες καταφέρνεις και ξεχνάς τη φθορά, παριστάνοντας ότι δεν βλέπεις τα κομμάτια σου που πέφτουν. Τα χειρότερα έρχονται όταν συνειδητά διαχωρίζεις τον εαυτό σου από τη νιότη. Όταν στην ομορφιά απαντάς με φθόνο και στο σφρίγος με ευτελή αποφθέγματα υπέρ της εμπειρίας.
Αυτό, που λέτε, το αισθάνθηκα καθισμένος σε ένα μαξιλάρι, στο Θέατρο Θησείο. Είμαι στο πάτωμα, κρυώνω, αλλά οι αισθήσεις μου αρχίζουν σιγά-σιγά και υπακούουν στη σαγήνη του θεάτρου. Βλέπω το «Ρωμαίος και Ιουλιέτα για 2» της ομάδας «Ιδέα». Δεν είναι δύο, είναι τρεις. Ο Κ. Γάκης παίζει μουσική. Η Α. Μουστάκα και ο Κ. Μπιμπής ερμηνεύουν όλους τους ρόλους. Το κείμενο του Σέξπιρ επενδύεται με σημερινούς κώδικες. Η σκηνοθεσία είναι τόσο ευρηματική, που χαζεύεις, σχεδόν ζηλεύεις την ευφυΐα πίσω της. Και οι τρεις τους δίνουν μία παράσταση που θαυμάζεις και φθονείς ταυτοχρόνως. Βλέποντας τον Μπιμπή και τη Μουστάκα να παίζουν, αισθάνεσαι κερί κάτω από τον ήλιο, φύσημα απέναντι σε άνεμο. Και παρακολουθώντας τους θεατές να φεύγουν με τη γαλήνη ενός απρόσμενου θριάμβου στο πρόσωπο, λες ότι, εντάξει, δεν είσαι μόνος στην πόλη. Έχεις και παρέα, απλώς δεν μπορείτε να βρεθείτε επειδή οι άλλοι φωνάζουν περισσότερο. Το πρόβλημα είναι στην πλατεία: η δική σου είναι θεατρική. Που λέτε, φεύγοντας από το θέατρο κατάλαβα ότι η μοναδική περίπτωση που ένας νέος και ταλαντούχος άνθρωπος θέλει να μείνει στη χώρα είναι αν πρόκειται για ηθοποιό. Θα μείνει ακόμα και αν δεν βάλει ούτε ένσημο ως ηθοποιός ή σερβιτόρος. Θα μείνει επειδή το όνειρό του μπορεί να ανθίσει μόνο στο μίζερο ελληνικό χώμα. Όλοι οι άλλοι φεύγουν. Και καλά κάνουν.
Λοιπόν, προσέξτε τι προσπαθώ να σας πω. Ξέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια πολλές χιλιάδες νέοι τα μαζεύουν και φεύγουν για το εξωτερικό. Μία πηγή που γνωρίζει, μου έλεγε ότι θα εντυπωσιαστώ έτσι και μάθω πόσοι Έλληνες βρίσκονται παράνομα στις ΗΠΑ. Τέλος πάντων, τα ακούτε και εσείς. Οι γιατροί πηγαίνουν στη Γερμανία, οι θεωρητικοί στη Γαλλία, αρκετοί ερευνητές στη Βρετανία και όσοι έχουν σόι και προσβάσεις αποδήμησαν για άλλες ηπείρους. Η πρώτη ανάγνωση των συνεπειών στέκεται στο μοιρολόι για τη φυγή των αξίων. Εμείς τους σπουδάσαμε, άλλοι τους εκμεταλλεύονται. Σωστό. Όμως υπάρχει και κάτι ακόμα. Οι περισσότεροι από αυτούς που φεύγουν, αποκολλούνται και από το εκλογικό σώμα. Για να το θέσω αλλιώς, η δύναμη που αποφασίζει για το μέλλον της χώρας χάνει σταδιακά, αλλά σταθερά, τα πιο ποιοτικά χαρακτηριστικά της. Για ένα εκλογικό σώμα με τόσο μικρά μεγέθη, αυτές οι απώλειες, είναι κομμάτια υγιούς σάρκας. Τώρα δείτε το από μεγαλύτερη απόσταση. Μπορείτε να φανταστείτε πώς θα διαμορφωθεί ο πολιτικός χάρτης της χώρας έτσι και χορηγηθεί δικαίωμα ψήφου στους Έλληνες του εξωτερικού; Υποθέτω ότι μπορείτε. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο τα κόμματα αποφεύγουν να θεσμοθετήσουν την ψήφο των αποδήμων ή συζητούν μόνο μία μικρή ποσόστωση στο κοινοβούλιο. Δεν αδικώ τους κομματάρχες. Οι Έλληνες του εξωτερικού, απαλλαγμένοι από τη φόρτιση και τις εμμονές που πνίγουν την πατρίδα, θα μπορούσαν να αποφασίσουν πιο ψύχραιμα, αραιώνοντας την εσωστρέφεια με κοσμοπολιτισμό και την ανοησία με κοινή λογική. Ναι, δεν ζουν εδώ. Ευτυχώς. Η νηφαλιότητα θα εξασφάλιζε την ορθότητα των κριτηρίων τους. Είναι κρίμα που αυτή η προοπτική έχει, ουσιαστικά, εγκαταλειφθεί. Η ψήφος των αποδήμων και, φυσικά, των νέων Ελλήνων που γεννήθηκαν εδώ από ξένους γονείς θα έπεφτε σαν σταγόνα από χλώριο στο μολυσμένο νερό του θυμικού μας. Αυτό θα ήταν συναρπαστικό, εθνικά πολύτιμο, δημοκρατικά χρηστικό, πολιτικά ανανεωτικό. Αρκεί, βέβαια, όλοι αυτοί να έχουν και κάτι να ψηφίσουν.