ΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗΣ

Αξίζει να πεθάνεις για την πατρίδα;

pros-metopo[1]Όποιος έχει παρακολουθήσει παρέλαση στη Θεσσαλονίκη των ’70ς, είδε τους δύο-τρεις τελευταίους των Μακεδονομάχων να βαδίζουν, προσπαθώντας να σηκώσουν το τσαρούχι από την άσφαλτο. Γέροντες πια, με το λάβαρο του Παύλου Μελά, άνοιγαν την παρέλαση σε μια λεωφόρο που δεν υπήρχε τα χρόνια της νιότης τους. Και όταν ο ήλιος ήταν γενναιόδωρος προς τη στολισμένη πόλη, τα παράσημα τους έλαμπαν ως στιγμές λαμπρής ιστορίας. Βάδιζαν οι γέροντες και άκουγες το χειροκρότημα σαν ένα κοπάδι πουλιών που σηκώνεται φοβισμένο από τη γη. Ακολουθούσαν οι ανάπηροι του μεγάλου πολέμου. Εκείνοι σχημάτιζαν μία μικρή μηχανοκίνητη μοίρα μπλε αμαξιδίων. Επρόκειτο για οχήματα που έμοιαζαν με χαμηλά, κάμπριο τρίκυκλα. Διόλου βολικά. Αργότερα η Πολιτεία μερίμνησε και τους χορήγησε αυτοκίνητα με ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς, ενώ στις παροχές προστέθηκαν συνταξιοδοτικά ωφελήματα, αλλά και άδειες περιπτέρων.

Στη συνέχεια, βέβαια, χάθηκε κάθε μέτρο, καθώς, ειδικά επί των ημερών της «Αλλαγής», ακόμα και βρέφη έλαβαν παροχές θύματος ή ήρωα πολέμου -δεν είναι απολύτως σαφές ποια ιδιότητα συνέφερε περισσότερο. Τέλος πάντων, τα πράγματα ήταν εξ αρχής μπλεγμένα. Αναπόφευκτο. Μετά τον πόλεμο σφαχτήκαμε. Μπορεί να μη σε σκότωσαν οι Γερμανοί, αλλά να σε κρέμασαν οι δικοί μας. Και μετά, ακόμα και αν είχες δικαίωμα σε παροχές, δεν υπήρχε περίπτωση να στις χορηγήσουν στο νησί. Δεν είχε σημασία τι είχες κάνει, αλλά με ποιους ήσουν. Άλλωστε ήταν εξαιρετικά πιθανό να πάρεις τα μάτια και τα κομμάτια σου και να φύγεις μετανάστης. Μη λησμονούμε ότι οι Έλληνες πήγαν να ανοικοδομήσουν τη χώρα που, με τα σίδερα της, ρήμαξε τον τόπο τους. Και αυτό ήταν τμήμα συμφωνίας προκειμένου να μείνουν ανέπαφοι εγκληματίες πολέμου και να μην υπάρξουν πιεστικές αξιώσεις για αποζημιώσεις. Τώρα είναι κάπως αργά.

Η Ευρώπη δεν έχει κλείσει τις πληγές της από τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αλλά πλέον μπορεί να τις μετρήσει. Λαοί που αιματοκυλίστηκαν στα χαρακώματα, συνυπάρχουν ειρηνικά σε ένα κοινό περιβάλλον. Αυτό, λένε, είναι ο θρίαμβος της ευρωπαϊκής ιδέας. Θα έλεγα ότι είναι και η επιβεβαίωση του ειλικρινούς ιστορικού κυνισμού, δηλαδή της αλήθειας. Το έμαθε πρώτος ο Έλληνας βετεράνος που πήγε μετανάστης στη Γερμανία, να αφήσει εκεί το περίσσευμα της νιότης του. Είναι η ιστορία που χασκογελάει ειρωνικά και γράφει ανέκδοτα με το αίμα των ανθρώπων. Αν οι στρατιώτες της Πίνδου -και από τα δύο στρατόπεδα- ήξεραν πώς θα κυλήσουν τα πράγματα, θα γύριζαν σπίτι τους, να σφάξουν τους αρχηγούς τους. Αλλά είναι οι ζωές μας κοντές και δεν μπορούν να δουν πιο πέρα στο χρόνο. Αν είχαν το μπόι, θα έβλεπαν ότι το συμφέρον της πατρίδας είναι όπως ο άνεμος που τυλίγει τη σημαία στον ιστό. Αξίζει να πεθάνεις για αυτό;

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ...

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΜΕ TAGS