Στα μέσα των 80s, για ένα καλό τραπέζι στον «Διογένη» ήθελες πολιτικό μέσο και ένα θερμοκήπιο γαρίφαλων στην Ιεράπετρα. Το σχήμα «Πανταζής-Δημητρίου» κρεμόταν πάνω από τη νυχτερινή Αθήνα όπως το “Mama Mia” στην Broadway. Είναι να απορείς πώς το «Άκρον Ίλιον Κρυστάλ» (το θυμάστε;) δεν είχε διαθέσει στην εκλεκτή του πελατεία πορσελάνινο γοβάκι τύπου Άντζελας για χλιδάτες προσωπικές στιγμές κεφιού και απόλαυσης. Λίγα χρόνια αργότερα ο Αντύπας ήρθε όπως το τσουνάμι στη Σρι Λάνκα: από την παραλία και δεν άφησε τίποτα όρθιο.
Μόνος του, χωρίς παρέα. Τι να την έκανε; To «είμαι στα χάι μου όταν σε έχω πλάι μου» ήταν η μουσική επένδυση μίας χώρας που ανακάλυπτε τα κοινοτικά κονδύλια και τα SAAB, ενώ συγχρόνως μάθαινε ότι το «ρόκα-παρμεζάνα» δεν είναι μία λέξη, αλλά δύο. Όταν οι άλλοι προσπαθούσαν να φτιάξουν ελκυστικά σχήματα, ο Αντύπας μόνος του μάζευε όλο το χαρτί και το λουλούδι στα πόδια του. Μετά από μία δεκαετία το έκανε και ο Πλούταρχος, που θα μπορούσε να στέλνει κόσμο και στον Βοσκόπουλο για ψυχικό. Πού θέλω να καταλήξω; Σε κάτι κοινότυπο: καμιά φορά δεν έχει σημασία το σχήμα, αλλά το τι γουστάρει ο πελάτης. Δεν ισχύει μόνο στη νύχτα, αλλά και στην πολιτική.
Οι αντιστοιχίες μεταξύ νύχτας και πολιτικής είναι περισσότερες από αυτές που μπορείτε να φανταστείτε. Όχι, δεν σας λέω μόνο για τις επαφές των ανθρώπων της νύχτας με τους πολιτικούς, τις εξυπηρετήσεις, τις μαύρες χρηματοδοτήσεις και την αστυνομία που πηγαίνει στο κατάστημα του ανταγωνιστή σου. Υπάρχει και σημειολογική αντιστοιχία, ιδιαίτερα αυτή την περίοδο. Τι νομίζετε ότι θα σημειώνει το ρεπορτάζ από τη νύχτα γύρω στις αρχές Αυγούστου; Ότι τα μαγαζιά είναι συγκρατημένα, η κρίση επηρεάζει τη συμπεριφορά των ανθρώπων, ενώ αναζητούνται καινούργια ευρηματικά σχήματα. Βλέπετε καμία διαφορά από αυτά που γράφουν οι πολιτικές σελίδες των εφημερίδων; Καμία. Κρίση, απαξίωση, βαρεμάρα και δυσφορία του λαϊκού ακροατηρίου. Και επισημαίνεται όλο και με μεγαλύτερα γράμματα η ανάγκη για τη δημιουργία νέων πολιτικών σχηματισμών. Επίσης ζούμε σε μία εποχή όπου τόσο η νύχτα όσο και η πολιτική δουλεύουν με απολύτως επικοινωνιακούς όρους.
Τι προτιμάει ο κόσμος; Πρόσωπα αναγνωρίσιμα από την τηλεόραση που του υπόσχονται ότι κοντά τους θα περάσει καλά. Δεν είναι, απλώς, εμπόριο και marketing. Είναι show biz. Η τηλεόραση ξέρει τι θα ψηφίσεις ακόμα πριν το μάθεις και εσύ. Αν η επιτυχία στη νύχτα και στην πολιτική έθετε ως μοναδικό κριτήριο την ποιότητα, τότε στο μποτιλιάρισμα της παραλιακής θα άκουγες τον Ψαραντώνη να υψώνεται από τα κάμπριο, ενώ η χώρα θα διοικείτο από ΜΚΟ. Όταν, λοιπόν, ο δημόσιος βίος έχει όλα τα χαρακτηριστικά της νύχτας και του εμπορικού show, τότε, ναι, καινούργια πολιτικά σχήματα από προβεβλημένα πρόσωπα έχουν το δικαίωμα να αισιοδοξούν για σοβαρή επιτυχία. Σημασία πλέον δεν έχουν τόσο οι τοποθετήσεις επί ιδεολογικού, όσο η υιοθέτηση της κοινής λογικής που επενδύεται με μικρές ή μεγάλες δόσεις πολιτικής ευαισθησίας. Αν το επιχειρήσει ο Κουβέλης, μάλλον θα του βγει. Ο Κουβέλης είναι ένας από τους ελάχιστους πολιτικούς με υψηλή δημοφιλία που αναγνωρίζεται από ψηφοφόρους ακόμα και αν δεν μπορούν να σου πουν πού ακριβώς ανήκει. Επίσης είμαι βέβαιος ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που συμπαθούν τον Κουβέλη, αλλά δεν θυμούνται το όνομά του.
Είναι εκείνος ο συμπαθής κύριος που τα λέει ωραία στην τηλεόραση. Αυτό σήμερα είναι αρκετό, πόσω μάλλον όταν συνοδεύεται από μία σύγχρονη και ρεαλιστική προσέγγιση για τα περί Αριστεράς. Για την Ντόρα δεν ξέρω αν ισχύει το ίδιο. Εντάξει, έχει την προβολή που τη βάζει στο παιχνίδι και, είτε τη συμπαθείς είτε την αντιπαθείς, κάθεσαι να την ακούσεις. Όμως, ακόμα και αν κομίζει καινούργια πρόταση, δεν παύει να είναι κομμάτι του συστήματος που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία. Εκτός των άλλων, καμία από τις μεγάλες ντίβες της πίστας δεν κατάφερε ένα θεαματικό και επιτυχημένο come back. Μόνο η Μαρινέλλα για λίγο. Αλλά ήταν αργά και στο Παλλάς. Σαν να στείλεις την Ντόρα για ομιλίες στο Μέγαρο.