Στο debate ο Αλέξης Τσίπρας δεν έσκισε το μνημόνιο. Δεν κοίταξε ούτε μία φορά την κάμερα με το χέρι να κινείται πάνω-κάτω, καρφώνοντας λέξεις στο κεφάλι του ακροατηρίου. Δεν έθεσε καν διλήμματα, θέτοντας εαυτόν απέναντι από τη Μέρκελ. Ο λόγος του Τσίπρα στο debate ήταν ήπιος. Κάντε το πείραμα. Κόψτε την οθόνη στα δύο. Βάλτε στα αριστερά τον Τσίπρα σε ελληνικό μπαλκόνι. Στα δεξιά τον Τσίπρα του debate. Δεν έχεις, απλώς, δύο διαφορετικούς πολιτικούς. Έχεις δύο διαφορετικούς ανθρώπους. Και το πολύ να δεχθείς ότι στον Τσίπρα του debate έκαναν ηρεμιστική ένεση.
Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Και δεν συμβαίνει, φυσικά, μόνο με τον Τσίπρα. Όλοι τους εκτός συνόρων αλλάζουν γλώσσα και συμπεριφορά. Κατεβάζουν στροφές, βελτιώνουν τη σχέση τους με τη λογική και την αλήθεια. Βέβαια ο πολιτικός οφείλει να προσαρμόζει το λόγο του στα μέτρα του ακροατηρίου του-μη λησμονούμε ότι ακόμα και ο μεγαλύτερος ηγέτης, είναι, κατά βάθος, πωλητής. Δεν μπορείς, για παράδειγμα, να περιγράφεις στο ευρωπαϊκό κοινό την ελληνική κρίση ως ανθρωπιστική τραγωδία και έγκλημα. Θα φας στο δόξα πατρί το τηλεκοντρόλ του Πολωνού ή του Ούγγρου. «Τραγωδία ζει η Ουκρανία. Ανθρωπιστικές κρίσεις έχουμε περάσει στην πρώην Σοβιετική Ένωση. Θα πρέπει να είστε πολύ προσεκτικοί σε αυτά που λέτε» μου έλεγε ένας Λιθουανός δημοσιογράφος. Ε, ο Τσίπρας ήταν προσεκτικός. Ακόμα και όταν πέταξε τις Κάννες στον Γιούνκερ, δεν ξέφυγε σε «διορισμένους υπαλλήλους της Μέρκελ» και άλλα γραφικά. Έπιασε στιλέτο, όχι μπαλτά. Άλλωστε ήταν καλά προετοιμασμένος, με πρόβες και μετρημένος στους χρόνους του. Αιφνιδιάστηκε μόνο όταν ετέθη η χρηματοδότηση του ΣΥΡΙΖΑ από τις τράπεζες-το άφησε να φύγει, τι θα μπορούσε, άλλωστε, να πει;
Μετά το debate σκεφτόμουν για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό. Τι είναι εκείνο που λειαίνει τις λέξεις και διώχνει τις πομπώδεις φανφάρες; Προς στιγμήν αναρωτήθηκα ποιο από τα δύο ακροατήρια είναι το κορόιδο: το ελληνικό ή το διεθνές; Λάθος ερώτηση. Φαντάσου, ας πούμε, τον Τσίπρα να μεταφέρει τον λόγο του debate σε ελληνική πλατεία. Θα φύγουν μέχρι και τα παγκάκια. Σωστό. Δεν παίζεις τζαζ σε γάμους. Στην Ελλάδα η σχέση του πολιτικού με το ακροατήριο του είναι αντίστοιχη των εραστών στο κρεβάτι. Ναι, είναι ψέμα, αλλά ο άλλος απολαμβάνει να το ακούει. Είναι βέβαια και οι καταβολές του πολιτικού λόγου που κουβαλούν, πέρα από τα διχαστικά στοιχεία, εκείνη τη θρησκευτική υπόσχεση για το ανέφικτο. Ο ηγέτης πρέπει να ανέβει στο βήμα, να τους σκίσει όλους και να υποσχεθεί τα πάντα. Αν πάει με το ίδιο ύφος στο εξωτερικό, εκτίθεται όπως, συνήθως, ο Ολυμπιακός στο Champions League. Η διαφορά είναι τεράστια. Ορίζει, όμως, την απόσταση που χωρίζει το πραγματικό από το φανταστικό, το γελοίο από το σοβαρό. Και αυτή η απόσταση στην πολιτική δεν είναι μεγάλη. Είναι κοντή όσο μια ατάκα, σύντομη όσο ένα ταξίδι στην Ευρώπη.