Πριν από τριάντα χρόνια δεν υπήρχε Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Υπήρχε η ΑΒΣΘ. Και από την Ανωτάτη Βιομηχανική Σχολή Θεσσαλονίκης δυστυχώς δεν έβγαινες βιομήχανος, παρά μόνο λογιστής ή κάτοχος ενός αμφιβόλου αξίας τίτλου Οικονομικών Επιστημών.
Το επίσημο προσωνύμιο της «Βιομηχανικής» ήταν «Μεγάλη του Γένους Σχολή». Ανεπισήμως την προσδιόριζες και ως «μικρή Μόσχα». Δεν ήταν η μοναδική σχολή στη Θεσσαλονίκη ή στη χώρα που διεκδικούσε τον παραλληλισμό της με κάτι από τη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Και η «Αβάνα» ήταν προσφιλής τόπος, αλλά καλύτερα η πόλη να είχε κρύο και ρούβλι, μη γίνει καμιά παρεξήγηση στο κόμμα.
Οπως αντιλαμβάνεστε, αυτά τα χαριτωμένα προέκυπταν από το υψηλό ποσοστό που έπαιρνε η, προσκείμενη στο ΚΚΕ, φοιτητική παράταξη της «Πανσπουδαστικής». Ε, δεν ήταν δα και παράλογο. Δέκα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση και τη νομιμοποίηση του ΚΚΕ, το κοχλάζον νεανικό αίμα ακολουθούσε το χρώμα του. Λίγο αργότερα, όταν το ΠΑΣΟΚ έκατσε γερά πάνω στη δεύτερη τετραετία και στις καρέκλες της εξουσίας, η ΔΑΠ άρχισε να βάφει μπλε τις συνελεύσεις.
Είμαστε, λοιπόν στο 1986. Η Πανσπουδαστική παραμένει κεντρικός πυλώνας του φοιτητικού κινήματος, η ΔΑΠ προσπερνάει την ΠΑΣΠ και στα δύο κανάλια της τηλεόρασης βγαίνουν μουσάτοι τύποι που εξηγούν ότι υπάρχει και ένας τρίτος δρόμος για τον σοσιαλισμό. Οι Ανατολικογερμανοί δεν είχαν μπει στα τρένα. Η ΙΒΜ παρουσίαζε τα πρώτα μοντέλα Personal Computer. Και αυτό ήταν πρόβλημα. Δυνητικά για τον σοσιαλισμό ολάκερο, σίγουρα όμως για την Πανσπουδαστική.
Τότε όλες οι ελληνικές σχολές δημιουργούσαν μία αίθουσα με υπολογιστές προκειμένου οι φοιτητές να εξοικειώνονται με το αντικείμενο, να γράφουν και να εκτυπώνουν εργασίες. Η Πανσπουδαστική της Ανωτάτης Βιομηχανικής Σχολής Θεσσαλονίκης έκρινε πώς η χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών απειλούσε το γνωστό, ακίνητο οικοσύστημα. Οι υπολογιστές θα απαξίωναν τον ανθρώπινο παράγοντα. Οι εργάτες θα έχαναν τη δουλειά τους, οι καπιταλιστές θα μείωναν τα μεροκάματα. Μπορεί ο Μαρξ να μην πρόλαβε να διατυπώσει κάτι σχετικό, όμως, του κερατά, η σπορά της σκέψης του έβγαλε καρπούς στην ΑΒΣΘ. Η Πανσπουδαστική σφράγισε την αίθουσα των υπολογιστών. Με συνοπτικές διαδικασίες και σανίδες. Ηταν μία πράξη επαναστατικού συμβολισμού. Πήρε ο σύντροφος το σφυρί από το σφυροδρέπανο και κάρφωσε τις σανίδες στην πόρτα. Αυτό που τώρα ακούγεται εξωφρενικό, τότε μπορούσε να μπει και σε ψηφοφορία. Όταν είσαι στο Πανεπιστήμιο, τα πάντα μπορούν να μπουν σε ψηφοφορία ή να συγκροτηθούν σε αίτημα. Ακόμα θυμάμαι το τεράστιο πανό στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης που φώναζε: «Όχι στην εντατικοποίηση των σπουδών». Ναι, διότι έπρεπε να επανεξετάσουμε την ουσία της γνώσης. Δημοκρατικά, πάντα. Εξ ου και το «δημοκρατικό πέντε», δηλαδή το αίτημα να περνάνε όλοι τα μαθήματα, ανεξαρτήτως επίδοσης. Κάποιοι το κατέκτησαν. Και έφτασαν να το πωλούν έναντι ψήφων.
Τι πήγε λάθος με τον φοιτητικό συνδικαλισμό; Είναι πιο εύκολο να πεις τι πήγε σωστά. Τίποτα. Αλλωστε μόνο και μόνο η προσέγγιση δια του «συνδικαλισμού» έχει τοξική επίδραση. Το φοιτητικό κίνημα έσυρε στη μεταπολίτευση στρεβλώσεις και σύνδρομα που αναπτύχθηκαν πριν και κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, σε ένα διεστραμμένο συνδυασμό με χρόνιες παθογένειες της κοινωνίας. Τι να σου κάνει η αύρα από τον Μάη του ’68 όταν στον πραγματικό κόσμο θα ψαχτείς για μέσο και ρουσφέτι; Και πώς, αλήθεια, να ανατρέξεις στην Ανοιξη της Πράγας όταν ξέρεις ότι ο σύντροφος από δίπλα θα σου δείξει δόντια; Ηρθε όμως το ξέσπασμα της μεταπολίτευσης που απελευθέρωσε «βίαια» συσσωρευμένες δυνάμεις. Όλα έγιναν υπερβολικά. Είχες από τη μία την Αριστερά που, πέρα από την ιδεολογική ηγεμονία της στη νεολαία, αναζητούσε και την ιστορική της δικαίωση. Και από την άλλη, το σύστημα του Πανεπιστημίου να προσαρμόζεται στην πραγματικότητα του κράτους και της κοινωνίας. Case study, αρκεί να έκανες την εργασία για ξένο Πανεπιστήμιο.
Όταν, λοιπόν, το Πανεπιστήμιο άρχισε να αντιγράφει την κοινωνία, η φοιτητική ζωή έγινε ρεπλίκα της κανονικής. Τα κόμματα μπήκαν στο στίβο της επιρροής. Δημιούργησαν μηχανισμούς ισχύος, ρουσφετιών και συναλλαγής. Οι φοιτητικές παρατάξεις έγιναν κάτι παραπάνω από εργαλείο κοινωνικοποίησης και πολιτικής έκφρασης. Εγιναν νταβατζιλίκι με θεσμική συγκρότηση. Και από τη στιγμή που απέκτησαν λόγο και ρόλο στην ανάδειξη των οργάνων διοίκησης, τότε οι κανόνες του παιχνιδιού έγιναν κυνικοί. Μέλη του εκπαιδευτικού προσωπικού φροντίζουν να διατηρούν καλές σχέσεις με τις παρατάξεις, κάνουν βαθμολογικά ρουσφέτια, κερδίζουν ανοχή για «προγράμματα». Οι παρατάξεις στρατολογούν μέλη προσφέροντας σημειώσεις, προσβάσεις και «διευκολύνσεις» που κάνουν πιο ξεκούραστη τη φοιτητική ζωή. Και καθώς λειτουργούν ως κομματικές «ακαδημίες», εκθρέφουν στελέχη που υπόσχονται ότι θα σώσουν τη χώρα, ενώ καταστρέφουν τις υποδομές και το διδακτικό έργο των σχολών τους. Συχνά δε, καταπατούν και τα στοιχειώδη της δημοκρατίας. Τα ελληνικά Πανεπιστήμια δεν είναι εδώ και καιρό χώρος ελεύθερης διακίνησης ιδεών.
Χρόνο με τον χρόνο ακούγεται με μεγαλύτερη ένταση το αίτημα για έξοδο των κομμάτων από τις σχολές. Προς το παρόν φεύγουν οι φοιτητές από τα κόμματα. Απέχουν από τις εκλογές και η διαδικασία τελικά μετατρέπεται σε αρένα ενός κλειστού κύκλου. Και όσο, χάρη στην Αννα Διαμαντοπούλου, το θεσμικό πλαίσιο δεν δίνει λόγο στους φοιτητές στη διοίκηση του Πανεπιστήμιου, λες ότι υπάρχει ελπίδα για απονεύρωση των παρατάξεων. Κάποια στιγμή θα σβήσουν ή θα περιοριστούν στα όρια της γραφικότητας. Δύσκολο. Το πιθανότερο είναι πώς, αργά ή γρήγορα, η κυβέρνηση της Αριστεράς θα επαναφέρει τη φοιτητική συμμετοχή στη διοίκηση. Οι συνελεύσεις θα ανακτήσουν το ειδικό βάρος τους και η ουρά των κομμάτων θα συρθεί στα πατώματα των αμφιθεάτρων. Θα βαδίσουμε μπροστά, κοιτάζοντας προς τα πίσω. Με τις πλάτες στο μέλλον, που έλεγε και ο πρόεδρος Τσακνής.