Ο Ουίνστον Τσόρτσιλ έχει εκστομίσει υπέροχες ατάκες αν και ο μέσος Ελληνας συνήθως αναφέρεται σε κάτι που δεν είπε ποτέ. Το «οι Ελληνες δεν πολεμούν σαν ήρωες, αλλά οι ήρωες πολεμούν σαν Ελληνες» ουδέποτε ειπώθηκε από τον σερ Ουίνστον, πλην όμως διδάσκεται ως και στα σχολεία μας.
«Το τακτ είναι η ικανότητα να λες σε κάποιον να πάει στον διάολο, με τέτοιο τρόπο που να τον κάνει να ανυπομονεί για το ταξίδι». Καλό. Και αληθινό, το είπε πράγματι.
Διαβάζω την ανακοίνωση που εξεδόθη από το Γραφείο Τύπου του Πρωθυπουργού. Λέξεις που γράφτηκαν και βγήκαν μέσα από το ισχυρότερο γραφείο της χώρας. Πρόκειται για μία απάντηση προς τον Κυριάκο Μητσοτάκη. «Πέρα από τις φαντασιοπληξίες του ζεύγους Μητσοτάκη, το ενημερώνουμε πως στα υπόγεια του Μεγάρου Μαξίμου δεν έχει πια γραφείο ο συνεταίρος τους κ. Παπασταύρου, ούτε εισέρχονται βαλίτσες Samsonite τροχήλατες πριν καταλήξουν σε κάποιο φορολογικό παράδεισο. Οι ένοικοι του υπογείου».
Αν κάτι σοκάρει σε αυτήν την ανακοίνωση, είναι η, σε γενικές γραμμές, σωστή σύνταξη και η απουσία ορθογραφικών λαθών, σε βαθμό που σε κάνει να πιστεύεις ότι το κείμενο γράφτηκε αλλού. Βέβαια δεν είναι και τόσο δόκιμο να γράφεις ότι μία βαλίτσα εισέρχεται κάπου, αλλά, τέλος πάντων, η αριστεία είναι ρετσινιά και η αρτιότητα κουσούρι. Αλλωστε όταν ο πλέον δημοφιλής των στελεχών του Μαξίμου είναι ο Νίκος Καρανίκας, μπορείς περίπου να φανταστείς σε ποιο επίπεδο κινούνται οι υπόλοιποι. Θα μπορούσαν, φυσικά, να υιοθετήσουν την προτροπή του Τσόρτσιλ περί τακτ. Δύσκολο. Πρώτον επειδή, ενδεχομένως, δεν έχουν την επάρκεια και την αντίληψη και δεύτερον επειδή για αυτόν ακριβώς τον λόγο βρίσκονται εκεί –η ενασχόληση ορισμένων με τα social media, από το υπόγειο ως το γραφείο του κυρίου Αλέκου Φλαμπουράρη, θα πρέπει να θεωρείται συμπληρωματικό έργο.
Μικρή παύση και flashback στην ομιλία του Αλέξη Τσίπρα προς την ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ, για την οποία υποθέτω έχετε ενημερωθεί. Στην πραγματικότητα η ομιλία του δεν περιείχε ίχνος πολιτικής. Ηταν μία πλατφόρμα κλισέ και συνθημάτων πάνω στα οποία θα αρθρωθεί ο προεκλογικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ. «Είμαστε οι καλοί, οι άλλοι είναι κλέφτες και εξαθλίωσαν τη χώρα». Μέσα στην απλότητα του δείχνει ως και φασιστικό, αλλά ας το προσπεράσουμε. Αυτό που στην πραγματικότητα μας είπε ο Πρωθυπουργός και εκείνο που εννοεί το Γραφείο Τύπου του Μαξίμου είναι ότι θα πάμε σε εκλογές και από το στόμα δεν θα βγάζουν επιχειρήματα, αλλά αφρούς. Αν είσαι μέσα στο παιχνίδι, δείχνει μία αυτονόητη επιλογή. Πόλωση, συσπείρωση και μεταφορά του παιχνιδιού στο σημείο του γηπέδου που μας ευνοεί περισσότερο. Τα έχουμε ξαναδεί αυτά. Και αυτό είναι το πρόβλημα. Πάμε να τα ξαναζήσουμε.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ξαναστήνει το πολιτικό παιχνίδι με όρους 60s, το πολύ 80s. Και αν μπορούσε, θα χώριζε και πάλι τα καφενεία ανάλογα με το χρώμα τους. Το χειρότερο είναι άλλο: από τις γραφικές μετενσαρκώσεις του Βαγγέλη του Γιαννόπουλου, από το ύφος του Πρωθυπουργού ως τις ανακοινώσεις του Γραφείου Τύπου, ο εκχυδαϊσμός εκπέμπεται ως πολιτικός λόγος, ως ένας νομιμοποιημένος τσαμπουκάς που υποτίθεται ότι εκφράζει το λαϊκό αίσθημα. Αυτό σκάβει χαρακώματα στην κοινωνία, νομιμοποιεί το χυδαίο και δίνει άλλοθι στο ευτελές. Αισθητικά εκφράζει μία διάθεση για τη συσπείρωση του λούμπεν.
Η ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου μπορούσε να έχει γραφτεί και από χρυσαυγίτες. Ως πρόβλημα είναι μεγαλύτερο από όσο δείχνει. Ο αντίλογος που συνήθως ακολουθεί έχει να κάνει με τη λεηλασία της χώρας, τη διαφθορά και τη διαπλοκή. Εκ πρώτης όψεως δείχνουν δύο άσχετα θέματα. Δηλαδή οι ευθύνες αυτών που λεηλάτησαν τη χώρα με τη διαφθορά και τη διαπλοκή δεν αναιρούνται αν το Μαξίμου υιοθετήσει στοιχειώδεις κανόνες αισθητικής και αστικής ευγένειας.
Το «και εσείς καταπιέζετε τους μαύρους» δεν είναι πάντα η σωστή απάντηση, όταν κάποιος επισημαίνει τη δυσαρμονία ύφους και θεσμικής βαρύτητας. Ομως δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Διότι πάνω από όλα, αυτό το ύφος προδίδει και πανικό. Κανένας δεν δέχεται να του πάρουν από τα χέρια ένα κερδισμένο λαχείο που έπεσε από τον ουρανό.