Ο άνθρωπος μας απορεί για ποιο λόγο ο Γιάννης Βόγλης κυνηγάει την Αναμπελ φορώντας κάπα μέσα στο κατακαλόκαιρο. Αλλά εκείνη την εποχή το ελληνικό καλοκαίρι μπορούσε να δεχθεί τα πάντα. Τώρα έγινε σκληρό σαν εφιάλτηςΟ άνθρωπος μας βλέπει τον βοσκό Βόγλη που κυνηγάει την Αναμπελ για να της δώσει τα μύγδαλα. Καλοκαίρι στο νησί. Η κοπέλα είναι με ένα λεπτό φουστανάκι και σαγιονάρες. Ομως ο Βόγλης φοράει τη χοντρή μαύρη κάπα του τσομπάνη. Και τρέχει με την κάπα στους ώμους και τη γκλίτσα στο χέρι. Εδω κάτι δεν πάει καλά. Για ποιο λόγο ο Βόγλης φοράει κάπα μέσα στο κατακαλόκαιρο; Βέβαια η ταινία γυρίστηκε προ κλιματικής αλλαγής, σε μία εποχή που ο μέσος βοσκός μπορούσε να είναι συνεπής προς τις απαιτήσεις του επαγγελματικού outfit. Oμως υπάρχουν και άλλες λεπτομέρειες που κάνουν τον άνθρωπο μας να στρέφει το κεφάλι σαν απορημένο κουτάβι. Ποτέ δεν μάθαμε τι απέγινε το κοπάδι του Βόγλη. Διότι ποιος λογικός τσομπάνης αφήνει τα ζωντανά για να κυνηγήσει μία τουρίστρια; Και ποιος φυλούσε τα πρόβατα όταν ο Βόγλης ήταν στο μπουντρούμι και η Αναμπελ τον τάιζε από τα κάγκελα σαν γορίλα στο κλουβί; Και γιατί η ταινία λέγεται «Κορίτσια στον ήλιο» όταν βλέπουμε μόνο ένα κορίτσι; Μετράνε και οι προβατίνες;
Ας είναι. Γυρίστηκε το 1968, σε μία εποχή που, παρά τη χούντα, το ελληνικό καλοκαίρι έπλεκε όνειρα με τις ακτίνες του ήλιου, έτσι όπως έμπαιναν στο κελί στο οποίο κρατείτο ο Βόγλης. Γιατί το ελληνικό καλοκαίρι ήταν η εποχή του ονείρου. Σήμερα είναι ένα καμένο χωράφι. Κάποτε ήταν πόθος. Τώρα είναι κατάρα. Μία προσμονή που έγινε εφιάλτης. Ηταν ένα λευκό χαρτί πάνω στο οποίο ζωγράφιζες χαμόγελα και λουλούδια. Και έγινε αποκαΐδια. Σκληρό και αμείλικτο. Πλαστικό, σαν το στήθος της Ρωσίδας που χορεύει πάνω στη μπάρα, στη Μύκονο. Ενας μακελάρης που, απ’ όπου περνάει, αφήνει στάχτες, μπάζα και σκουπίδια. Ο άνθρωπος μας σκέφτεται ότι αυτή είναι η τιμωρία μας. Η εποχή που μάθαμε να αγαπάμε μεταμορφώθηκε σε τέρας. Καίγονται δάση, ερημώνουν μέρη ολόκληρα, χάνονται παλικάρια στις φλόγες, πνίγονται άνθρωποι στις θάλασσες. Η πολύχρωμη μπάλα, που κυνηγούσε η Βουγιουκλάκη, έσκασε και έβγαλε πύον. Τόσα καλοκαίρια είχαμε βάλει στην άκρη, αλλά πέθαναν και αυτά μαζί με τον Δάκη.
Κλεισμένος στο ατομικό και συνάμα πυρηνικό του καταφύγιο, ο άνθρωπος μας, έβαλε το κλιματιστικό στους 17 βαθμούς και είδε το «Κορίτσια στον ήλιο». Σήμερα ο Βόγλης δεν θα πήγαινε, απλώς, φυλακή. Θα είχε γίνει και πρώτο θέμα στη Daily Mail και στη Sun. Θα ήταν ακόμα ένα γουρούνι στα social. Πρωταγωνιστής σε χιλιάδες stories, αναρτημένα πάνω από ναρκισσιστικές λήψεις, στις οποίες παρεμβάλλονται αναθέματα για τους κυβερνώντες, φωτογραφίες των καμένων και πομπώδεις δηλώσεις οδύνης. Γιατί, σου λένε, έχει αλλάξει η εποχή και μαζί της οι άνθρωποι. Βλέπει τους απογοητευμένους τουρίστες που δεν κατάφεραν να ανέβουν στην Ακρόπολη να βγάλουν την πολυπόθητη selfie και τώρα αισθάνονται λες και δεν ήρθαν ποτέ στην Ελλάδα. Τους πυροσβέστες που τους άφησε ο Σίσυφος τον βράχο να τον σπρώχνουν ολημερίς και ολονυχτίς. Και εκείνο το πλάνο με τη συντριβή του πυροσβεστικού αεροπλάνου να παίζει σε λούπα. Γιατί, σου λέει, πρέπει να το δεις τόσες φορές, ώστε στο τέλος να μη σου λέει απολύτως τίποτα. Οι κηδείες των πιλότων, μαζί με τις φωτογραφίες τους από τα social. Και τον Μπέο να φωνάζει ότι υπάρχουν δεξαμενές γεμάτες με προπάνιο. Μα, για φαντάσου την εικόνα. Ενας Μπέος να τρέχει σε έξαλλη κατάσταση προειδοποιώντας για μία έκρηξη που θα φέρει ολοκαύτωμα. Ούτε ο Ιωάννης στην Αποκάλυψη δεν θα μπορούσε να βάλει κάτι τέτοιο.
Και έτσι ο άνθρωπος μας νοστάλγησε το φθινόπωρο που και αυτό, βέβαια, είναι ύπουλο γιατί συχνά επιτρέπει στο καλοκαίρι να κάτσει περισσότερο από όσο πρέπει. Και εκτίμησε, επιτέλους, τον χειμώνα που παραμένει η πιο έντιμη εποχή. Ο χειμώνας δεν σε ξεφτιλίζει όπως ο καύσωνας. Δεν σε ταπεινώνει όπως το καλοκαίρι. Ο χειμώνας έχει κατανόηση. Δεν σου ζητάει να αδυνατίσεις, να ερωτευτείς, να ταξιδέψεις, να ξεπαραδιαστείς για να πεις μετά ότι ξεκουράστηκες. Το καλοκαίρι είναι σαν τον Ντόριαν Γκρέι. Βλέπεις ένα όμορφο πρόσωπο, αλλά δεν μπορείς να δεις το πορτρέτο στη σοφίτα. Ενώ τον χειμώνα ο Βόγλης φοράει την κάπα του και περιμένει τις αμυγδαλιές να ανθίσουν.