Ενας καλλιτέχνης της ραπ, ο 38χρονος ΛΕΞ από τη Θεσσαλονίκη, γέμισε το στάδιο της Νέας Σμύρνης με 25.000 θεατές. Και τώρα κάτι τύποι όπως εγώ, σαν τον Χορν στο «Αλίμονο τους νέους», είναι έτοιμοι να μιλήσουν για το χάσμα των γενεών και άλλα βαρετά. Μπα, όχι. Το πιο σημαντικό που μαθαίνουμε από τη συναυλία της Νέας Σμύρνης είναι ότι τα συμβατικά μέσα έχουν μικρή ως ασήμαντη επιρροή στο νεανικό κοινό, αυτό που συνηθίζουν να αποκαλούν «δυναμικό». Ο ΛΕΞ είναι ένας καλλιτέχνης που δεν εμφανίζεται στην τηλεόραση. Οι εφημερίδες δεν δημοσιεύουν άρθρα για αυτόν. Και απουσιάζει πλήρως από το ραδιόφωνο. Ε, και; Οι νέοι σήμερα δεν διατηρούν επαφή με αυτά τα μέσα. Υπάρχει το YouTube. Και το Spotify. Τα νέα ρεύματα, στην τέχνη και στην κοινωνία, δεν διέρχονται από τα συστημικά κανάλια ενημέρωσης. Ξεκινούν υπογείως και φουσκώνουν, ανεβαίνουν προς τα πάνω. Και κάπως έτσι βλέπουμε μία πλήρη αναντιστοιχία ανάμεσα σε αυτό που εκπέμπεται κεντρικά και σε εκείνο που απηχεί τις προτιμήσεις της πιτσιρικαρίας.
Η κουλτούρα του συρμού είναι η λαϊκοπόπ καψούρα, με λαμέ και παγιέτα. Και δεν προβάλλεται μόνο ως αισθητική επιλογή, αλλά και ως «πολιτική» άποψη. Η ραπ αμφισβητεί, δεν είναι για να παίζει από τα μεγάφωνα και τα μεγάλα ηχεία. Τις τελευταίες μέρες βλέπω βίντεο του ΛΕΞ στο YouTube. Και είναι στα αλήθεια υπέροχα ως προς την αισθητική προσέγγιση και την κινηματογραφική αποτύπωση του στίχου. Δεν βρίζει, δεν λέει ανοησίες για ελικόπτερα, πιστόλια, μετρητά και γυναίκες. Περιγράφει με νότες και λέξεις τον τοίχο που βλέπουν μπροστά τους πολλά νέα παιδιά, χωρίς καψούρα, χάχανα για τέλειους έρωτες και μαγικά νησιά. Και ναι, εντάξει, τα ακούω και κάπου αισθάνομαι ξένος με όλα αυτά. Αν όμως έπαιρνα καμιά τριανταριά χρόνια πίσω στη ζωή μου, θα έστριβα ένα ωραίο τσιγάρο, θα σήκωνα τα χέρια ψηλά και με κλειστά μάτια θα γινόμουν κάθε λέξη του ΛΕΞ