Στις 27 Δεκεμβρίου 2002 η Κατερίνα Χατζοπούλου, το γένος Χωριανού, βούτηξε σε μία θάλασσα από χάπια, αφήνοντας το γυμνό κορμί της ξέπνοο και άψυχο. Τη βρήκε ο γιος της, ο Πέτρος, που εμείς εδώ γνωρίζουμε ως Αύγουστο Κορτώ. Δεν την έκλαψε – μια ζωή την κλαίει, εκτός από εκείνη τη στιγμή. Και αφού δεν άνοιξε το παράθυρο για να φύγει η ψυχή, η Κατερίνα έμεινε εκεί. Στοιχειωμένη ανάμεσα στην ύπαρξη και στην ανυπαρξία, σχεδόν όπως πέρασε τη ζωή της. Η περιγραφή της εικόνας από την ίδια, όντας νεκρή, γίνεται με ένα κείμενο που νομίζεις ότι ύφανε ο πόνος και ξέπλυναν τα δάκρυα. Πότε ήταν η τελευταία φορά που συναντήθηκα με τέτοιο πόνο; Δεν θυμάμαι αν ήταν στίχος ή μελωδία. Πρέπει να είσαι σπουδαίος καλλιτέχνης για να τον περιγράψεις. Και για να ζήσεις μαζί του.
«Το βιβλίο της Κατερίνας» είναι το λογοτεχνικό γράφημα μία διαταραγμένης και βασανισμένης ψυχής. Η λογοτεχνική αξία αυτής της γραφής βρίσκεται, κατά τη γνώμη μου, στην πειστικότητα του ευρήματος. Από την πρώτη μέχρι την τελευταία λέξη ως αναγνώστης καθοδηγείσαι από τη νεκρή Κατερίνα. Σε βάζει σε ένα τρενάκι και, όπως κυλάει στις ράγες, παρακολουθείτε μαζί τη ζωή και τον θάνατό της. Βλέπεις το τοπίο, σπαρμένο με πόνο. Ξέρεις και το τέλος της διαδρομής. Και όμως, απολαμβάνεις να την κάνεις – το διάβασα δύο φορές. Αναρωτήθηκα για ποιο λόγο έπεσα έτσι μέσα σε ένα βιβλίο με γκρίζες σελίδες και γνωστό τέλος. Προφανώς επειδή ασκεί την έλξη των όμορφων λογοτεχνικών έργων. Μετατρέπει τις λέξεις σε ορό, για να σου περάσει στη φλέβα εντάσεις και συναισθήματα. Και να το τέρας της ψυχασθένειας που βγάζει πόνο από το τρομερό του στόμα και ο ίσκιος του παγώνει τα πάντα. Όμως την αγαπάς την Κατερίνα. Την αγαπάς πολύ, επειδή στην αρχή την έχεις κόρη, μετά γκόμενα και στο τέλος είναι η μάνα σου. Πάνω στην Κατερίνα θα δεις μεγεθυμένα όλα όσα έχεις δει στις γυναίκες της ζωής σου. Μα, όλα. Από την αγάπη, μέχρι την οργή τους.
Αν δεν ξέρεις τι ακριβώς διαβάζεις, τότε έχεις στα χέρια σου ένα υπέροχο μυθιστόρημα που θα το περιέγραφες και ως ψυχολογικό θρίλερ. Η γραφή του Κορτώ διαφέρει, ελαφρώς, από αυτή που συναντάτε στο protagon. Είναι πιο λιτή. Αναπόφευκτο, αφού ιστορεί γεγονότα και υποδύεται κάποιον άλλον. Στην αρχή υπέθεσα ότι θα του βγήκε σχετικά εύκολα. Η δική του γραμμή ζωής φέρει ανεξίτηλα τα ίχνη της Κατερίνας. Θα μου πείτε ότι όλα τα παιδιά έχουν σημάδια από τη μητέρα τους. Ο Κορτώ έχει χαρακιές. Για να το γράψει καταδύθηκε εκεί που δεν έφτασε ούτε ο ψυχαναλυτής του – εκεί δεν πας με άλλον, είσαι μονάχος. Και έχω την αίσθηση ότι δεν το έκανε για να συνομιλήσει με τους αναγνώστες του. Το έκανε για να τελειώσει με την Κατερίνα – έτσι νομίζει, δηλαδή.
Αν αποφασίσετε να διαβάσετε το βιβλίο, σας προτείνω να ξεκινήσετε από αυτό το κομμάτι που θα πρέπει να συμπεριληφθεί ως πρόλογος στην επόμενη έκδοση – θα κάνει πολλές. Ως συνεπής αναγνώστης του Κορτώ δεν είχα καταλάβει αν για τον ίδιο η Κατερίνα ήταν νεκρή, ζούσε ή πέθαινε κάθε μέρα. Νομίζω ότι τώρα έχει αποφασίσει, οριστικά. Αυτό που θα ήθελα να μάθω είναι αν ο ίδιος αγαπά τον εαυτό του. Αν τον αγαπά, είναι όλα ένα χαμόγελο. Επειδή χωρίς την Κατερίνα, θα ήταν κάποιος άλλος.
Το Βιβλίο της Κατερίνας, Εκδόσεις Πατάκη