Ας υποθέσουμε ότι ο Λουκάς Παπαδήμος θα είναι ένας κακός πρωθυπουργός. Άλλωστε αυτό είναι και το πιθανότερο. Ούτως ή άλλως, ο στίβος που καλείται να διατρέξει είναι σπαρμένος με νάρκες και, μεταξύ μας, δεν μπορείς να επενδύσεις πολλά σε άνθρωπο που περιμένει συναίνεση και υπευθυνότητα για τη διάσωση της χώρας-οι προσδοκίες του είναι ενδεικτικές της σχέσης που μπορεί να διατηρεί με την πραγματικότητα.
Έχουμε, λοιπόν, μπροστά μας έναν κακό πρωθυπουργό, καθοδηγούμενο από ανεδαφικές προσδοκίες. Είναι δε και αποδεδειγμένα μεγαλομανής, καθώς πιστεύει ότι μπορεί να βοηθήσει αυτή τη χώρα. Παίρνουμε το πρόσωπο, το διυλίζουμε, αφαιρούμε όλα αυτά και κρατάμε μόνο την ομιλία που εκφώνησε από το βήμα της Βουλής. Ήταν μία λιτή, στεγνή και κατανοητή ομιλία. Χωρίς εξάρσεις. Μόνο το «κάθε εκατοστό κοινωνικής ευθύνης αντιστοιχεί σε ένα μέτρο κοινωνικής προόδου» περιείχε έναν υπαινιγμό συνθήματος, όχι όμως και ικανό για να δώσει ρυθμό και ένταση. Περίπου το ίδιο στεγνή είναι και η θεατρική προσέγγιση της ομιλίας. Δεν σήκωσε το χέρι ψηλά, δεν έδειξε την κάμερα ή την ολομέλεια, κράτησε τη φωνή σε τόνο σταθερό, λες και φύτευε χασμουρητά στους τηλεθεατές. Ήταν μια ουσιαστική ομιλία, από εκείνες που, για τα δεδομένα της Βουλής, θεωρούνται βαρετές.
Για να το πω αλλιώς, η ίδια ομιλία στο στόμα οποιουδήποτε πολιτικού αρχηγού θα ήταν και η τελευταία του. Αν θέλετε ακόμα και μία καλά δουλεμένη ομιλία από τη Βουλή των Εφήβων είναι αρκετή για να υποχρεώσει τον επαγγελματικό πολιτικό λόγο στην αναζήτηση φύλλου συκής. Λογικό. Διότι ο Έλληνας πολιτικός δεν οικοδομεί επιχειρήματα. Πρωτίστως παραθέτει συνθήματα, γραμμές διαφόρων αποχρώσεων, αληθινές ή εικονικές αντιπαλότητες. Ο πολιτικός στην Ελλάδα οφείλει να επενδύει το λόγο του με συναίσθημα και την κίνηση με θεατρικότητα. Βλέπεις τον Σαμαρά να μιλάει και πιάνεις την καρωτίδα σου, μην τυχόν και στη βουτήξει. Παρακολουθείς τον Γιώργο να αλείφει τις λέξεις με συναίσθημα που δεν έχει και παραδίδεσαι στο λυτρωτικό χάχανο που προσφέρει η γελοιότητα. Όχι πως οι υπόλοιποι υστερούν: από τη συνθηματολογία της Αριστεράς ως τις εξυπνάδες του Καρατζαφέρη, ο πολιτικός λόγος εκφέρεται με τρόπο που θυσιάζει την ουσία υπέρ των εντυπώσεων. Δεν ξέρω αν γι’ αυτό ευθύνεται το είδος του πολιτικού μάρκετινγκ ή η συλλογική μας πολιτική αισθητική. Πιθανότατα και τα δύο, το ένα τροφοδοτεί το άλλο. Οι πολιτικοί προσφέρουν στην κοινωνία την παράσταση που απαιτεί. Και επειδή οι συλλογικότητες θρέφονται από τις αντιπαλότητες, ο λόγος τους οφείλει εκ των πραγμάτων να είναι διχαστικός. Κατά συνέπεια συχνά γίνεται γελοίος. Αλλά αυτό δεν το δείχνει και δεν το προσέχει κανείς.