Στα πολύχρωμα ‘80ς του κιτς και της υπερβολής, ο μύλος του δικομματισμού έπαιρνε νερό από τα γαλάζια και τα πράσινα καφενεία. Τα δύο κόμματα είχαν μαντρώσει τους ψηφοφόρους εκεί μέσα, τους τάιζαν πρωτοσέλιδα και τους πότιζαν χολή.
ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία έπιαναν ένα εκλογικό σκορ κοντά στο 90%, αλλά καμία αναμέτρηση δεν κρίθηκε στη μάχη των ιδεών. Ας είμαστε στοιχειωδώς σοβαροί και ειλικρινείς. Οι εκλογές κερδίζονται από τις παροχές και τις υποσχέσεις, δηλαδή τα στοιχεία που μετακινούν την κρίσιμη μάζα ψηφοφόρων. Τα υπόλοιπα είναι για να σχηματίζουν ένα χαλαρό, ιδεολογικό περίβλημα, το θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται η βάση του πολιτικού ακροατηρίου.
Τέλος πάντων, στα ‘80ς είχε κάποιο νόημα να πηγαίνεις σε γαλάζιο ή πράσινο καφενείο. Οι συνταξιούχοι της εποχής, αν δεν είχαν προσωπική εμπλοκή στον Εμφύλιο, σίγουρα κουβαλούσαν μνήμες. Το 1982 ένας σαραντάρης μετέφερε μέσα του παιδικές εικόνες από τα γεγονότα, πιθανότατα σκληρές. Και αν μη τι άλλο, πριν από δέκα χρόνια ήταν παράνομο να δηλώνεις κομμουνιστής. Τότε, λοιπόν, συζητούσες περί Αριστεράς και Δεξιάς σε πραγματική βάση. Δεν επρόκειτο για μία θεωρητική συζήτηση με οπαδικά χαρακτηριστικά. Ηταν οι ζωές των ανθρώπων. Και ασφαλώς η κουβέντα διέθετε σαφές πολιτικό αντίκρισμα. Αλλιώς χειρίστηκε το ΠΑΣΟΚ, ως η αριστερή εκδοχή της διακυβέρνησης, την κοινωνική και παραγωγική ατζέντα και αλλιώς προσπάθησε να την προσεγγίσει η φιλελεύθερη οπτική του Μητσοτάκη. Τότε ναι, μπορούσες να βάλεις θέμα από την αποποινικοποίηση της μοιχείας ως την ιδιωτικοποίηση των αστικών συγκοινωνιών. Οι μεγάλες πολιτικές τομές είχαν μπροστά τους και μία παλέτα επιλογών. Σήμερα δεν ισχύει αυτό.
Η Νίκη Κεραμέως της ΝΔ είπε ότι σέβεται τους αγώνες της Αριστεράς. Ο Κωστής Χατζιδάκης, πάλι, αντιπρόεδρος της ΝΔ, είχε έναν καλό λόγο για την «Αριστερά του Λεωνίδα Κύρκου». Επεσαν να τους φάνε. Κάποιοι άλλοι άρχισαν τις συγκρίσεις. Ηρεμήστε. Στις ημέρες μας η συζήτηση περί Αριστεράς και Δεξιάς, αν δεν έχει έναν στείρο ιστορικό προσανατολισμό, από ένα σημείο και μετά φαλτσάρει προς τη γελοιότητα. Και αυτό είναι λογικό. Όταν, ως Αριστερά, έχεις «κλειδώσει» τα πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2060 και εκχωρήσει τη δημόσια περιουσία για 99 χρόνια, τι στο διάολο συζήτηση να κάνεις; Μεγαλύτερα περιθώρια έχουν να το συζητήσουν στην Αμερική, πάνω στο debate για το Obamacare, παρά εδώ. Εδώ χρειάζεται έγκριση Σόιμπλε.
Σηκώνεται ο Πρωθυπουργός, κατηγορεί τον αντίπαλό του για νεοφιλελευθερισμό, όταν ο ίδιος εφαρμόζει ακριβώς την πολιτική που το κόμμα του περιγράφει ως νεοφιλελεύθερη. Όταν ο αρχηγός της Αριστεράς έχει μετατραπεί σε πιστό φίλο των δανειστών, πολιτευόμενος ως ορίζουν οι αγορές, τι έχει μείνει για να συζητήσουμε; Για τον Εμφύλιο και το πώς θα ήταν η χώρα αν κέρδιζε η Αριστερά; Για τους αγώνες της για δικαιώματα και ελευθερία; Για το αυταρχικό αστυνομικό κράτος και την αγριότητα της Δεξιάς; Για την αποκατάσταση της Δημοκρατίας και την ένταξη στην ΕΟΚ από τον Καραμανλή; Να τα συζητήσουμε, αλλά, συγγνώμη, δεν υπάρχει λόγος να μαλώσουμε.
Και οι δύο, Αριστερά και Δεξιά, έβλαψαν και ωφέλησαν τον τόπο. Και τρέμει αλλιώς το χέρι του καθενός όταν τα βάζει στα ζυγαριά, κανένας δεν παίρνει πίσω το ίδιο ζύγι. Εξαρτάται βέβαια και πόσο μακριά στέλνεις τη ματιά σου. Εγώ κοιτάζοντας γύρω μου, στα όρια της ζωής μου, δεν μπορώ να δω πιο εμβληματική πολιτική πράξη από την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ. Αν όμως το πιάσουμε αλλιώς και πάμε πιο πίσω, τότε ναι, η συζήτηση διεξάγεται χαμηλοφώνως υπό το φόβο του χωροφύλακα.
Αυτή η κουβέντα δεν έχει πλέον νόημα για την ουσία της πολιτικής. Εχει μόνο για το ύφος της διακυβέρνησης, εντάξει και για το μίγμα της πολιτικής, όχι όμως σε βαθμό που να αλλάζει θεαματικά τα πράγματα. Ετσι και η Αριστερά ξαναπάρει, στο μέλλον, την εντολή διακυβέρνησης, ο ιστορικός θα κρίνει αν αυτό που ζούμε σήμερα είναι αποτέλεσμα ιδεοληψίας ή προσωπικής ανεπάρκειας. Αν δηλαδή δεν φταίει για αυτό που βλέπουμε το χωράφι, αλλά η σπορά. Και βέβαια θα έχει και ο Μητσοτάκης την ευκαιρία του. Για να αποδείξει ότι η Δεξιά δεν είναι πλέον αυτό που νομίζουμε. Και για να πείσει ότι πάνω από τη Δεξιά, πάνω από την Αριστερά, είναι η πραγματικότητα.