«I had no idea that the lion I took was a known, local favorite…» Είναι από την ανακοίνωση του Walter Palmer, του Αμερικανού οδοντιάτρου που σκότωσε τον Σέσιλ, το πιο διάσημο λιοντάρι της Ζιμπάμπουε -τώρα και του κόσμου. «The lion I took…» Η έκφραση χρησιμοποιείται από τους κυνηγούς του κόσμου. Και από τους Έλληνες. «Το πήρα το θήραμα». Δεν είναι, μόνο, ο ευφημισμός, με τον οποίο ο θηρευτής αποφεύγει την κακή λέξη. Είναι και η αίγλη, ο στόμφος που περιέχει η δήλωση. «Το πήρα». Υπάρχει και κάτι ερωτικό εδώ.
Μπορεί όλοι να μοιράζονται τις εκφράσεις και το πάθος όταν πατούν τη σκανδάλη. Όμως, ο Αμερικανός οδοντίατρος που «πήρε» τον Σέσιλ φαινομενικά δεν έχει μεγάλη σχέση με τον χομπίστα που τουφεκάει πάπιες. Η κεφαλή του Σέσιλ θα καρφωθεί πάνω στο ακριβό ξύλο ενός πολυτελούς εξοχικού. Και το σώμα δεν κάνει τον μεζέ που φτιάχνει η πάπια. Διάβασα ότι κυνηγοί σαν τον Πάλμερ, αναζητούν την ηδονή του φόνου. Δεν τους προκαλεί η αναμέτρηση, δεν ακολουθούν την πρόκληση της περιπέτειας. Αν ήταν έτσι, θα έβγαινε στη στέπα με τόξο και ακόντιο. Με βοηθητικό προσωπικό, καλά τζιπ και διόπτρες, μπορεί και εγώ να έπαιρνα τον Σέσιλ. Ο Πάλμερ το κάνει για να σκοτώσει. Και αν δεν υπήρχαν οι νομικοί κίνδυνοι, ίσως να έριχνε τα σκάγια του σε ανθρώπινες πλάτες. Σαν να διαβάζω την ανακοίνωση: «τα αντικείμενα του κυνηγιού ήταν προχωρημένης ηλικίας, μακροχρόνια ασθενείς με ψυχολογικά προβλήματα. Η έξοδος τους επιτρέπει στους συγγενείς να αξιοποιήσουν παραγωγική τη γενναιόδωρη αποζημίωση, ενώ παράλληλα ανανεώνεται το έμψυχο δυναμικό της κοινότητας.» Τέλος, πάντων, ο Πάλμερ είναι κάθαρμα και ελπίζω να μη διαβάζουν οι δικηγόροι του. Όμως, μεταξύ μας, υπάρχει κυνηγός που δεν απολαμβάνει τη νίκη πάνω στο άψυχο θήραμά του; Του κερατά, δεν κυνηγάς λαγούς μόνο για το στιφάδο της οικογένειας. Υπάρχει και κάτι άλλο που σου βάζει τις μπότες στα πόδια και την καραμπίνα στον ώμο. Αυτό που, για αιώνες, έστελνε σκυλιά και άλογα πίσω από δύσμοιρες αλεπούδες. Είναι το ένστικτο του κυνηγού, που σήμερα, βέβαια, εκδηλώνεται εκ του ασφαλούς και υπό σκανδαλώδεις ανέσεις. Χρόνο με το χρόνο οι πιθανότητες επιβίωσης του λαγού βαίνουν φθίνουσες.
Οι λαγοί που θανατώνονται είναι ελάχιστοι μπροστά στη βιομηχανοποιημένη σφαγή άλλων θηλαστικών. Μία μελέτη αναφέρει ότι κάθε δυτικός άνθρωπος στη ζωή του θα φάει πάνω από 7.000 πλάσματα. Αν είστε παμφάγοι και ζήσετε 80 χρόνια, τότε θα καταναλώσετε 11 αγελάδες, 27 γουρούνια, 30 πρόβατα, 2.400 κοτόπουλα, 80 γαλοπούλες και 4.500 ψάρια. Τα τρώμε χωρίς μεγάλες τύψεις. Και αν μαζί με τη μπουκιά στο στόμα, έρθει και μία γκρίζα σκέψη, χάνεται γρήγορα στο βάθος του οισοφάγου. Επίσης είμαστε επιλεκτικοί ως προς τη διάθεση της ευαισθησίας. Λυπούμαστε το γουρουνάκι που θα γίνει σουβλάκια, αλλά δεν χαρίζουμε αντίστοιχη τρυφερότητα στα ψάρια. Και τα ψάρια, ξέρετε, θανατώνονται με άσχημες συνθήκες. Αισθάνονται πόνο και αγωνία. Ως θηλαστικά είναι λογικό να είμαστε πιο κοντά στην αγελάδα, παρά στον ξιφία. Αυτός πρέπει να είναι και ο λόγος που τα βάζουμε με τους κυνηγούς και όχι με τους ψαράδες. Ένα χτυπημένο πουλί μας ταράζει. Ένα ψάρι που σπαρταράει δηλώνει, απλώς, ότι είναι φρέσκο.
Δεν είμαι υπέρ του κυνηγιού, αν και αναγνωρίζω την τεράστια προσφορά τους στην προστασία της φύσης. Και αναρωτιέμαι πόσο ισχυρό είναι το δικαίωμα της κριτικής στον κυνηγό, όταν έχεις ένα φιλέτο μπροστά σου. Είναι αρκετά ισχυρό. Γιατί, εν προκειμένω, δεν καταδικάζεις τον φόνο ενός ζώου, αλλά το αίσθημα της επιτυχίας, την άγρια χαρά του θηρευτή. Πώς μπορείς και σκοτώνεις;