Λίγο πριν ο Δημήτρης Σαλπιγγίδης μετακινηθεί από τον ΠΑΟΚ στον Παναθηναϊκό, το 2006, οι φίλοι της ομάδας διοργάνωσαν έρανο, προκειμένου ο ποδοσφαιριστής να πληρωθεί και να χάσει το δικαίωμα προσφυγής για να μείνει ελεύθερος. Έτσι, θα αποτελούσε περιουσιακό στοιχείο του συλλόγου. Ήταν ήδη σημαία στη διαδικασία της έπαρσης, σε λίγο θα έφτανε στο υψηλότερο σημείο. Αντιθέτως ο ΠΑΟΚ ήταν στο χαμηλότερο σημείο της ιστορίας του, υπό τη διοίκηση Γούμενου. Ο παίκτης πληρώθηκε αν και δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι έβαλε στην τσέπη τα λεφτά του εράνου ή χρήματα που εξασφάλισε ο ιδιοκτήτης της ομάδας. Στη συνέχεια πωλήθηκε στον Παναθηναϊκό. Με τα χρήματα που πήρε η ομάδα πληρώθηκαν οι υπόλοιποι ποδοσφαιριστές. Αν ο Σαλπιγγίδης δεν ήταν καλός ΠΑΟΚτσής και κακός επιχειρηματίας θα έκανε το αυτονόητο: θα έμενε ελεύθερος, θα πήγαινε ο ίδιος σε διαπραγμάτευση με τον Παναθηναϊκό και θα έβαζε στην τσέπη όλο το ποσό της μετεγγραφής, κερδίζοντας στα δικαστήρια τα οφειλόμενα από τον ΠΑΟΚ. Δεν το έκανε. Φρόντισε την ομάδα της καρδιάς του.
Τέσσερα χρόνια αργότερα η ομάδα αυτήν τον κάλεσε πίσω. Ο Δημήτρης δεν περνούσε άσχημα στον Παναθηναϊκό-κάθε άλλο. Έπαιρνε καλά και σίγουρα λεφτά, κέρδισε τίτλους, ήταν αποδεκτός και σε καμία περίπτωση δεν αισθανόταν την πίεση που ασκεί η Θεσσαλονίκη σε έναν ποδοσφαιριστή πρώτης γραμμής. Θεωρητικά μπορούσε να παίξει και στο εξωτερικό, ακόμα καλύτερα. Όπου και αν πήγαινε τα λεφτά θα ήταν περισσότερα και οι σκοτούρες λιγότερες. Όχι. Γύρισε στον τόπο του, στην οικογένεια του, στην ομάδα που αγαπάει. Ταιριάζει και στο χαρακτήρα του. Είναι ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, κοντά στη θρησκεία, με συντηρητικές πολιτικές απόψεις. Δεν χρειάζεται να στα πει ο ίδιος, τα βλέπεις και στο χαμόγελο του. Και όμως, η επιστροφή στο σπίτι του θεωρήθηκε υπέρβαση για τη διοίκηση Ζαγοράκη. Γιατί; Μα οι οργανωμένοι δεν ήθελαν να δουν μπροστά τους τον «προδότη». Οργή, χολή, υστερία. Ο ορισμός της σύγχρονης οπαδικής καφρίλας. Και μάλιστα από τους ίδιους ανθρώπους που αποθεώνουν το ζωντανό σύμβολο της ομάδας, τον Γιώργο Κούδα, ασχέτως αν ο ίδιος έφυγε οικειοθελώς για τον Ολυμπιακό. Στο λαϊκό παραμύθι η μετακίνηση του Κούδα θεωρήθηκε «αρπαγή», ενώ η μετεγγραφή του Σαλπιγγίδη ταυτίστηκε με την «προδοσία».
«Ποιος είναι ο ΠΑΟΚτσής που δεν θέλει τον Σαλπιγγίδη στον ΠΑΟΚ;» αναρωτήθηκε ο «πατέρας» του, ο Άγγελος Αναστασιάδης, άνθρωπος-τοτέμ για τους χιλιάδες οργανωμένους που ανέβηκαν στα κάγκελα. Είναι πολλοί. Τόσοι πολλοί ώστε δεν είναι απολύτως βέβαιο ότι ο Σάλπι μπορεί να πανηγυρίσει γκολ μπροστά στη Θύρα 4.
Την προηγούμενη εβδομάδα μερίδα οπαδικού Τύπου δημοσίευσε εμετικά σχόλια για τον Σαλπιγγίδη και τον Χαλκιά. Η θητεία τους, λέει, στον Παναθηναϊκό θα τους έβαζε χαλαρούς στο χορτάρι του ΟΑΚΑ. Ο Χαλκιάς έκανε ένα από τα καλύτερα παιχνίδια της ζωής του. Και ο Σάλπι «καθάρισε» το ματς με ένα ωραίο γκολ. Δεν το πανηγύρισε, όπως είθισται να κάνει κάθε επαγγελματίας που σκοράρει εις βάρος μίας ομάδας από την οποία έφαγε γλυκό ψωμί. Στη Θεσσαλονίκη σηκώθηκαν σχόλια εναντίον του. Τα διάβασα ως και στα social media και μάλιστα με εντυπωσιακά σωστή ορθογραφία. Δεν με εντυπωσίασαν. Ο θάνατος και η βλακεία αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο: αν μπορείς μην το σκέφτεσαι, προσπέρασε το. Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνει ο Δημήτρης. Ίσως επειδή είναι άνδρας και έχει απέναντι του παιδάκια. Καιρός είναι και ο πρόεδρος Βρύζας να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και στις απαιτήσεις της λογικής. Άμεσα ο Σαλπιγγίδης να φορέσει στο μπράτσο αυτό που έχει στην καρδιά του: το περιβραχιόνιο του αρχηγού.