Severance, δηλαδή διαχωρισμός. Και τίτλος της σειράς που συγκέντρωσε 27 υποψηφιότητες για Emmy. Η κεντρική ιδέα του σεναρίου είναι απλή και, συνάμα, παρανοϊκή. Κάθε πρωί πηγαίνετε στη δουλειά σας. Οταν μπαίνετε στο ασανσέρ, η μνήμη του εξωτερικού σας εαυτού διαγράφεται. Εχετε υποβληθεί σε εκούσιο διαχωρισμό, μέσω μίας μικρής επέμβασης στον εγκέφαλο. Στο χώρο της δουλειάς δεν θυμάστε τίποτα από τη ζωή σας εκτός κτιρίου. Κάθεστε μπροστά σε έναν υπολογιστή και ασχολείστε, χωρίς να γνωρίζετε τον λόγο, με κάτι ακατανόητους αριθμούς. Μόλις φύγετε από το επαγγελματικό περιβάλλον, η μνήμη επανέρχεται. Σβήνεται το κομμάτι της εργασίας. Δεν ξέρετε τι δουλειά κάνετε. Αν συναντηθείτε στο δρόμο με τους συναδέλφους σας, δεν θα τους αναγνωρίσετε. Και τώρα σκεφτείτε καλά πριν απαντήσετε στην ερώτηση που ακολουθεί: η συνθήκη αυτή θα σας έκανε ευτυχείς ή δυστυχείς; Θα νιώθατε πλήρεις ή κενοί;
Καθημερινά κινούμαι στην περιοχή γύρω από το «δαχτυλίδι» της Κηφισίας. Εκεί που τώρα στριμώχνονται τεράστια κτίρια δίπλα σε δρομάκια που στενάζουν από το μποτιλιάρισμα, μαζί με τους εγκλωβισμένους οδηγούς. Η κίνηση των αυτοκινήτων είναι ασφυκτική το πρωί λίγο πριν τις 10 και το απόγευμα, από τις 5 ως τις 7. Χιλιάδες άνθρωποι προσπαθούν να βρουν μία διέξοδο προς την Αττική Οδό ή την Κηφισίας, για να μπουν στο ποτάμι που, ρέοντας σιγά-σιγά, κάποια στιγμή θα τους βγάλει στο σπίτι τους.
Πέριξ και εντός της περιοχής υπάρχουν πολλά καφέ, εστιατόρια με γρήγορο ή και εκλεκτικό φαγητό που ποτίζουν και ταΐζουν τα πλήθη των υπαλλήλων. Κάθε μέρα τους παρατηρώ να ζουν τη δική τους εκδοχή του Severance. Δεν είναι ίδιοι, αλλά έτσι φαίνονται στα μάτια μου. Νέοι άνδρες με στενά υφασμάτινα παντελόνια που στέκονται μάλλον αμήχανα πάνω τους, ριγέ πουκάμισο, καφέ παπούτσι και ομοιόχρωμη ζώνη. Οι γυναίκες έχουν μεγαλύτερη ευελιξία αν και τώρα το καλοκαίρι κυριαρχούν τα ανοιχτόχρωμα φουστάνια. Και άπαντες έχουν κρεμασμένη στο λαιμό την κάρτα εισόδου και εξόδου από το κτίριο της εταιρείας. Είναι το «μαρκάρισμα» τους μέσα στο κοπάδι. Η κάρτα φέρει τη φωτογραφία τους και το λογότυπο της εταιρείας. Δηλώνει, δηλαδή, σε ποια εταιρική φίρμα ανήκει ο κάτοχος της. Που λέτε όταν τους βλέπω να μπαίνουν στα μεγάλα γυάλινα κτίρια, με τους security και τις ηλεκτρονικές μπάρες εισόδου, καταλαβαίνω ότι εκεί συμβαίνει ο Διαχωρισμός. Μπορεί να μη υφίστανται απώλεια μνήμης, αλλά φορούν όλοι την ίδια μάσκα, το εταιρικό προσωπείο. Στο Severance (και στην Ιαπωνία…), η λατρεία προς την εταιρεία επενδύεται με θρησκευτικό χαρακτήρα. Στο δικό μας κόσμο η εταιρική κουλτούρα επεμβαίνει στην προσωπικότητα του ατόμου. Και είναι ένας έλεγχος στον οποίο ο εργαζόμενος συναινεί, προκειμένου να διατηρήσει την ένταξη του στο περιβάλλον. Ενα στέλεχος μεγάλης εταιρείας μου λέει ότι έχουν καθιερώσει το casual ντύσιμο τις Παρασκευές. «Αν δεν έχεις ραντεβού με κάποιον εκτός εταιρείας, μπορείς έρθεις και με βερμούδα». Ακόμα και η χαλάρωση πρέπει να φέρει ευκρινώς την εταιρική ταυτότητα. Στο Severance, οι χαρακτήρες δεν ξέρουν καν τον σκοπό της δουλειάς τους. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει σε πολυεθνικές με διάσπαρτα τμήματα: ο υπάλληλος γίνεται γρανάζι σε μία μηχανή χωρίς, απαραιτήτως, να καταλαβαίνει τη λειτουργία της.
Κάθε πρωί, λοιπόν, βλέπω αυτούς τους εκατοντάδες νέους ανθρώπους, με την κάρτα εισόδου κρεμασμένη στο λαιμό και ένα πλαστικό ποτήρι φρέντο στο χέρι, να περπατούν βιαστικά προς τη δουλειά τους. Κάποιοι κουβαλούν και φαγητό μαζί τους. Ολοι τους όμως σέρνουν και ένα μικρό ή μεγάλο όνειρο από πίσω τους. Και αδυνατούν να βγουν, έστω για λίγο, εκτός πλαισίου. Δεν μπορούν να σκεφτούν τίποτα διαφορετικό. Θέλουν να ξεχωρίσουν από το εταιρικό πλήθος, να τους ξεχωρίσουν οι «μεγάλοι». Και να στήσουν μια καριέρα που έχει πολλά ραντεβού, γεύματα και δείπνα, σφιχτοδεμένες γραβάτες και σκούρα κουστούμια, καλά πακέτα αποδοχών, εταιρικό τηλέφωνο και leasing αυτοκινήτου. Ομως πόση ζωή πρέπει να δώσεις για να τα αποκτήσεις όλα αυτά;