Βρήκες δουλειά σε νησί για τη σεζόν. Ένα όνειρο. Θα είσαι υπάλληλος γενικών καθηκόντων σε καλό μπουτίκ ξενοδοχείο. Θα κουβαλάς σεντόνια και πετσέτες στο πλυντήριο, θα κάνεις μερεμέτια, τον γκρουμ, καμιά φορά και τον οδηγό αν και δεν έχεις επαγγελματική άδεια -δεν πειράζει, κανένας δεν ρωτάει στο νησί.
Βασικός μισθός συν τα φιλοδωρήματα. Με ένσημα, με τα πάντα. Είσαι τυχερός. Χωρίς ρεπό. Το πολύ να πάρεις ένα τον μήνα και αυτό μόνο αν όλα δουλεύουν ρολόι και η διευθύντρια του ξενοδοχείου είναι στις καλές της. Το αφεντικό πληρώνει διαμονή και φαγητό. Μένεις σε ένα δωμάτιο με μπάνιο πίσω από το αεροδρόμιο. Μαζί με άλλους δύο. Αν είστε και οι τρεις μέσα θα πρέπει οι δύο να κάθονται και ο ένας να κυκλοφορεί. Αν σηκωθεί και δεύτερος υπάρχει μποτιλιάρισμα. Συγκατοικείς με έναν Αλβανό και έναν Ρουμάνο. Ο Αλβανός έχει τον θείο του στο νησί από χρόνια. Δεν έχει άδεια εργασίας για αυτό και κάνει τις βρώμικες δουλειές στο ξενοδοχείο -τον βόθρο και τα υδραυλικά. Τον χειμώνα δουλεύει στη συντήρηση.
Ο Ρουμάνος εργάζεται σε άλλη επιχείρηση του αφεντικού με ενοικιαζόμενα αυτοκίνητα και «γουρούνες». Το αφεντικό πληρώνει για το δωμάτιο τρία κατοστάρικα το μήνα. Το ρεύμα, όμως, το πληρώνετε εσείς. Ζείτε σε ένα «συγκρότημα» οκτώ δωματίων που τα ψήνει ο ήλιος και το βράδυ δεν την παλεύεις χωρίς κλιματισμό. Οι συγκάτοικοι γκρινιάζουν και δεν θέλουν να πληρώνουν ρεύμα. Τελικά το πληρώνεις όλο εσύ. Οι γείτονες σας είναι οικογένειες Αλβανών και πάντα θέλεις να τους ρωτήσεις πώς διάολο γίνεται να ζουν ένα ζευγάρι με δύο μωρά σε τόσο μικρό δωμάτιο. Είσαι σίγουρος ότι θες να ακούσεις; Όλοι τους οδηγούν σκονισμένα αυτοκίνητα εικοσαετίας, σάπια από την άμμο και την αρμύρα.
Υπάρχει και ένα μεγάλο δωμάτιο, σχεδόν κανονικό σπίτι, που ανήκει στη σπιτονοικοκυρά. Τη μισείτε όλοι. Αυτήν και τα σκυλιά της. Είναι τρελή. Σας απαγορεύει να φιλοξενήσετε άνθρωπο, εκτός και αν πρόκειται για συγγενή. Αλλιώς πρέπει να της δίνετε πέντε ευρώ για κάθε μέρα που τον έχετε σπίτι. Επίσης δεν επιτρέπει να φέρνετε γυναίκες. «Εδώ ζούνε οικογένειες». Δεν της πας κόντρα γιατί ξέρεις ότι θα σε τιμωρήσει με εξάωρη διακοπή ρεύματος και νερού. Μπορεί πάλι να γυρίσεις από τη δουλειά και να δεις τα πράγματα σου έξω και την κλειδαριά αλλαγμένη, γίνονται συνέχεια αυτά τα πράγματα. Αν θέλει, δεν σου επιτρέπει να βάλεις πλυντήριο και είναι ζόρι να τα δίνεις έξω για πέντε ευρώ το πλύσιμο. Η Αστυνομία και η Εφορία δεν ασχολούνται μαζί της. Όλοι από το ίδιο νησί είναι.
Δεν μιλάς και πάλι καλά να λες, είσαι τυχερός που έχεις και μπάνιο. Ξέρεις πολλούς που μένουν σε κάτι κοντέινερ μέσα σε χωράφια που δεν τα παίρνει τουρίστα μάτι. Αυτοί έχουν κλιματιστικό από γεννήτρια ή κλεμμένο ρεύμα, αλλά δεν υπάρχει μπάνιο. Για να πλυθούν υπάρχει ντεπόζιτο, για τις ανάγκες τους υπάρχουν τα χωράφια. Δουλεύεις από τις οκτώ το πρωί μέχρι τις δέκα το βράδυ. Το μεσημέρι, όταν οι τουρίστες είναι στις ομπρέλες ή μέσα στα δωμάτια, μπορεί να την πέσεις σε καμιά σκιά και να κάνεις τσιγάρο. Τρως από την κουζίνα του ξενοδοχείου και το βράδυ σουβλάκια και μπύρα σε μία καντίνα. Καμιά φορά μπορεί να πας για ποτό.
Σκέφτεσαι ότι ζεις μέσα σε μία φυσαλίδα που σε κρατάει μακριά από τον πραγματικό κόσμο. Δεν ξέρεις τι μέρα είναι επειδή δεν έχει καμία σημασία. Το Σάββατο δεν έχει καμία διαφορά από τη Δευτέρα. Μόνο όταν μπει ο Σεπτέμβρης αρχίζεις να μετράς τις μέρες μέχρι το κλείσιμο του ξενοδοχείου στα τέλη του Οκτώβρη, όταν θα μπει και η τελευταία μισθοδοσία. Μετά, εσύ που είσαι τυχερός και δεν δουλεύεις μαύρα, θα μπεις στο ταμείο ανεργίας. Όλα σου τα πράγματα χωράνε σε ένα σάκο. Θα τα μαζέψεις και θα πας στο λιμάνι. Αν δεν έχεις υποχρεώσεις και κράτησες λεφτά στην άκρη, ίσως φύγες με κάτι άλλους στην Ταϊλάνδη για ένα μήνα. Αν όχι, θα γυρίσεις σπίτι. Θα κοιτάς το ταβάνι ξαπλωμένος και θα λες ότι ξεκουράζεσαι.