Αν ανήκεις, επισήμως ή ανεπισήμως, στο επικοινωνιακό επιτελείο του ΣΥΡΙΖΑ λες ότι οι δημοσκοπήσεις είναι στημένες και τις προσπερνάς. Και καλά κάνεις. Διότι αν διαβάσεις προσεκτικά την τελευταία δημοσκόπηση της GPO (στα Νέα), μπορεί και να αρχίσεις να χτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο.
Και αυτή η δημοσκόπηση επαναλαμβάνει τη διαπίστωση που προκύπτει από τις προηγούμενες μετρήσεις. Η κυβέρνηση επιδεικνύει δημοσκοπική αντοχή, η αντιπολίτευση δεν καταφέρνει να σηκώσει κεφάλι και ο Τσίπρας υστερεί σημαντικά έναντι του Μητσοτάκη. Ωστόσο αυτή η τελευταία δημοσκόπηση έγινε έπειτα από γεγονότα που, υπό φυσιολογικές συνθήκες, θα έφθειραν περισσότερο την εικόνα της κυβέρνησης: «Μήδεια» και Λιγνάδης. Μάλιστα στην περίπτωση του Λιγνάδη το δημοσκοπικό δείγμα χρεώνει ευθύνες στην κυβέρνηση και στον Πρωθυπουργό για την επιλογή του, ενώ η πλειοψηφική μερίδα αξιώνει παραίτηση της υπουργού Πολιτισμού. Και κάπως έτσι, μετά από έναν χρόνο στο ακορντεόν των lockdown, με τη ψυχολογική και την οικονομική κόπωση να βαραίνουν τους πολίτες, η κυβέρνηση και ο Μητσοτάκης αντέχουν.
Είναι προφανές ότι η βάση πάνω στην οποία στηρίζεται η κυβερνητική αντοχή καλύπτεται σε μεγάλο βαθμό από την ανεπάρκεια της αντιπολίτευσης. Θα είχε ενδιαφέρον να μάθουμε πόσοι από αυτούς που επιλέγουν τη Νέα Δημοκρατία το κάνουν επειδή συμφωνούν με την κυβερνητική πολιτική ή απλώς δεν διακρίνουν άλλη εναλλακτική λύση στη σφαίρα της διακυβέρνησης. Οπως και να έχει, είναι εμφανές ότι στο ερώτημα Μητσοτάκης ή Τσίπρας, οι ψηφοφόροι προτιμούν τον πρώτο, χωρίς να σημαίνει ότι εγκρίνουν την πολιτική του.
Το ερώτημα είναι πώς τα διαβάζουν όλα αυτά στον ΣΥΡΙΖΑ. Κάτι δεν καταλαβαίνουν, δεν εξηγείται αλλιώς. Επένδυσαν στην υπόθεση Κουφοντίνα και αντί να δημιουργήσουν πρόβλημα στην κυβέρνηση κατάφεραν να βάλουν τρικλοποδιά στον εαυτό τους. Και τώρα διαβάζουν στις δημοσκοπήσεις ότι η κοινή γνώμη είναι απέναντι στον Κουφοντίνα.
Τι στο καλό; Δεν μπορούσαν να το προβλέψουν; Σε τι φούσκα ζουν; Σπεκουλάρουν σε θέματα ασφάλειας και «χούντας», έχοντας απέναντί τους μία κυβέρνηση που εξελέγη με αυτά τα θέματα στην πρώτη γραμμή της ατζέντας της. Είναι προφανές ότι δεν μπορούν να καταλάβουν τι συμβαίνει. Κυβέρνησαν τη χώρα στον 21ο αιώνα, αλλά οι ίδιοι βρίσκονται στον 20ό. Σχεδόν καμία επαφή με τα θέματα που βάζει η ίδια η κοινωνία. Και όταν την αποκτούν, φορούν τα γυαλιά της ιδεοληψίας. Το νέο Κέντρο, η δημοκρατική παράταξη και η σοσιαλδημοκρατική στροφή μπήκαν πίσω από τα πανό για τα Κουφοντίνα. Λοιδορούν τους κυρ Παντελήδες λες και λησμονούν ποιοι κρίνουν τις εκλογές.
Ομως δεν είναι μόνο αυτό.
Είναι και η εμφανής ανεπάρκεια του Τσίπρα έναντι του Μητσοτάκη. Ναι, βέβαια, όσο περνάει ο καιρός ο Μητσοτάκης καίει πολιτικό καύσιμο, μπορεί να του συμβεί και καμιά μεγαλύτερη στραβή στη βάρδια και το εκλογικό σώμα να στραφεί απελπισμένο στον Τσίπρα. Ομως μετά από την πανδημία και τα Ελληνοτουρκικά, πόσο μεγαλύτερη στραβή μπορεί να του τύχει του Μητσοτάκη; Ο Τσίπρας, βέβαια, μπορεί να ανατρέχει στο παράδειγμα του 1993, όταν ο Ανδρέας έκανε τη μεγάλη επιστροφή, ξανακερδίζοντας εκλογές. Ομως μιλάμε για άλλη εποχή και διαφορετικά πρόσωπα.
Στον ΣΥΡΙΖΑ αρνούνται να το παραδεχθούν (ή το λένε χαμηλοφώνως) ότι εκτός από τον τρόπο με τον οποίο κάνουν αντιπολίτευση, το πρόβλημα βρίσκεται και στο πρόσωπο του ηγέτη. Η δημοσκοπική υστέρηση έναντι του Μητσοτάκη είναι τόσο μεγάλη που δύσκολα γυρίζει. Και για ένα μεγάλο κομμάτι του εκλογικού σώματος η κυβερνητική διαχείριση Τσίπρα ταυτίζεται με τις «αυταπάτες», τους ερασιτεχνισμούς και τους Καμμένους. Ο Τσίπρας δεν είναι πλέον ούτε φρέσκος, ούτε αμόλυντος. Εκπέμπει κόπωση και μία διαρκή λούπα αναχρονιστικών κλισέ. Και ταυτόχρονα δεν του ταιριάζει το κοστούμι του ιστορικού ηγέτη, του statesman. Του είναι μεγάλο ή αυτός είναι μικρός για αυτό.
Βέβαια, αν ο Τσίπρας είναι βαρίδι, στον ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν το αντίβαρο. Και ποιον να βάλουν δηλαδή; Και καθώς ο πρόεδρος είναι ισχυρός, θα πρέπει να περιμένουν τη ζωή και την Ιστορία να δώσουν τη λύση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα θυμίζει μεγάλη ομάδα που έχει χάσει το πρωτάθλημα από το Δεκέμβριο. Θα περιμένει να τελειώσει η σεζόν, δηλαδή η κυβερνητική θητεία, να χάσει τις εκλογές και μετά να ξεκινήσει το χτίσιμο. Με νέο προπονητή και ανανεωμένο ρόστερ. Αρκεί να τους βρει.