Δύο από τις ουσίες που προκαλούν ισχυρή και συχνά θανατηφόρα εξάρτηση, πωλούνται στα περίπτερα. Το αλκοόλ και η νικοτίνη διατίθενται νομίμως και σε απεριόριστες ποσότητες. Μάλιστα το αλκοόλ διαφημίζεται με γενναιόδωρες καμπάνιες που διευρύνουν την αγορά και τα φορολογικά έσοδα. Μέχρι πριν από λίγα χρόνια η χρήση νικοτίνης ήταν κοινωνικά αποδεκτή και οικονομικά επωφελής για κράτος και παραγωγούς. Αργότερα τα κράτη κατάλαβαν ότι πληρώνουν στην υγεία περισσότερα από όσα δίνουν οι καπνιστές σε φόρους και επιχείρησαν να περιορίσουν τη χρήση νικοτίνης. Στις περισσότερες χώρες τα μέτρα απέδωσαν αποτελέσματα, σε μία προσέφεραν γέλιο. Στην Ελλάδα το κάπνισμα περιορίστηκε λόγω της κρίσης και για κανέναν άλλο λόγο.
Σήμερα είναι η Παγκόσμια Ημέρα κατά των Ναρκωτικών. Και τα κράτη ασχολούνται με όλα τα άλλα, εκτός από τα δύο πιο εξαρτησιογόνα. Εντάξει, το ξέρω ότι έχω λάθος. Το αλκοόλ και το τσιγάρο είναι, εκτός των άλλων, κομμάτια της ανθρώπινης ιστορίας και της παγκόσμιας κουλτούρας. Δεν μπορείς να εντάξεις το αλκοόλ στο ίδιο πλαίσιο με την ηρωίνη, ασχέτως αν σκοτώνει πολλούς περισσότερους κάθε μέρα. Δεν γίνεται να βάλεις τη νικοτίνη δίπλα στην κοκαϊνη αν και το τσιγάρο είναι το ισχυρότερο όπλο μαζικής καταστροφής ή, αν θέλετε, το σκληρότερο μέσο ομαδικής αυτοκτονίας. Όμως η αντίφαση στην αντιμετώπιση των ουσιών μας επιτρέπει να δούμε τις στρεβλώσεις στη συνολική εικόνα. Ναι, τα πράγματα είναι στραβά, είναι περίεργα, από όποια γωνιά και αν τα κοιτάξουμε. Και χωρίς να έχουμε πιει το παραμικρό.
Η Ελλάδα έχει μία αναχρονιστική και δύσκαμπτη πολιτική για τα ναρκωτικά. Αυτό το ξέρουμε όλοι, αλλά επειδή το θέμα είναι ταμπού, οι κυβερνήσεις προτιμούν να το κρατούν κάτω από το χαλάκι. Το νομοσχέδιο που είχε επεξεργαστεί η κυβέρνηση Παπανδρέου δεν επέζησε της διακομματικής σύγκρουσης. Δεν τολμήσαμε καν να ανοίξουμε τη συζήτηση ενώπιον μίας κοινωνίας που συγχέει έννοιες και βλέπει τρομακτικές σκιές στους τοίχους. Στην Ελλάδα ο χρήστης θεωρείται ασθενής, αλλά συνάμα διώκεται ποινικά. Σχεδόν το 40% των έγκλειστων στις φυλακές σέρνει με την αλυσίδα του μία υπόθεση ναρκωτικών. Όλοι αυτοί δεν είναι έμποροι, ούτε καν βαποράκια. Ανάμεσα τους υπάρχουν άνθρωποι που διαπομπεύονται και ταλαιπωρούνται επειδή είχαν πάνω τους μικροποσότητες για προσωπική χρήση, αλλά όχι και τα απαραίτητα χρήματα για τη νομική κάλυψη της υπόθεσης τους.
Και πιο βαθιά ανάμεσα τους, στο σκοτάδι των κελιών και των ψυχών, άνθρωποι που είναι κλινικά ασθενείς, αλλά θεωρούνται εγκληματίες. Μία σύγχρονη πολιτική για τα ναρκωτικά, προσαρμοσμένη στα πρότυπα της Δύσης, θα αποσυμφόριζε άμεσα τις φυλακές. Άμεσα, από τη μία μέρα στην άλλη. Η ελληνική Πολιτεία αρνείται να εκσυγχρονίσει το νομικό και ποινικό πλαίσιο. Αυτό θα ενοχλούσε τα συντηρητικά τμήματα της κοινωνίας. Πολύ περισσότερο θα ενοχλούσε τους δικηγόρους.
Το νομικό μας πλαίσιο κάτι πρέπει να παίρνει, δεν εξηγείται αλλιώς ο παραλογισμός. Είπαμε, η νικοτίνη έχει καλύτερη αντιμετώπιση από την κοκαϊνη αν και σκοτώνει εκατομμύρια περισσότερους. Αλλά αυτό ισχύει παντού. Εδώ, όμως, είτε σε τσιμπήσουν με κάνναβη, είτε με ηρωίνη, έχεις μπροστά σου το ίδιο αδίκημα σε βαθμό που καθορίζεται αυθαίρετα από την ποσότητα. Στην Ελλάδα δεν υφίσταται διάκριση μεταξύ σκληρών και μαλακών ναρκωτικών. Το πιο «χαριτωμένο» συμβαίνει στους δρόμους, τα Σαββατόβραδα. Αν σε σταματήσουν για αλκοτέστ και έχεις πιει δύο-τρία ποτήρια, με το που φυσήξεις στη συσκευή κινδυνεύεις, ορθώς, να βρεθείς με χειροπέδες. Την ίδια στιγμή ο πιτσιρικάς που έχει καταπιεί LSD θα περάσει μετ’ επαίνων επειδή είχε ένα στεγνό βράδυ. Ο ίδιος βέβαια μπορεί να νομίζει ότι τον ελέγχουν αδερφές νοσοκόμες. Η τροχαία δεν διενεργεί τεστ ισορροπίας και δεξιοτήτων…