Για τις γενιές της ασπρόμαυρης ελληνικής ταινίας η ζωή έπαιρνε τον σωστό δρόμο με μία θέση στο δημόσιο, ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι και έναν σύντροφο στο διπλό στρώμα-καλό παιδί/κορίτσι να είναι, το σημαντικότερο. Το ελληνικό όνειρο φτιάχτηκε με απλά υλικά: δουλειά με σίγουρο μισθό, διαμέρισμα με WC, σύζυγος από καλή οικογένεια. Μετράω τα ευρώ του φόρου που πέφτουν σαν πλακάκια επάνω στα τετραγωνικά και σκέφτομαι όλους εκείνους που έδεσαν μία ζωή μέσα σε εκατό μέτρα, κλεισμένα από ροζ τοίχους.
Και μετά θυμάμαι εσένα. «Με το νοίκι παίρνεις σπίτι», δεν έλεγαν; Πήρες το εφάπαξ του γέρου, πούλησες το κτήμα, έδεσες στο δάνειο έναν από τους δύο μισθούς της οικογένειας. Αγόρασες με τριακόσια χιλιάρικα ένα διαμέρισμα που σήμερα δεν κάνει ούτε τα μισά. Πιθανότατα δεν έχεις να το πληρώσεις γιατί η οικογένεια ζει πια με έναν μισθό ή χωρίς μισθό, γλείφει τα σωθικά του κουμπαρά. Και ξέρεις, με τη δόση που είναι να πληρώνεις για 25 χρόνια, θα έμενες τώρα σε σπίτι που το βλέπεις μόνο σε τούρκικο σίριαλ. Θα μου πεις ότι το σπίτι, αν το ξοφλήσεις, θα μείνει στο παιδί. Έλα όμως που το ιδανικό για το παιδί είναι να μη μείνει στο σπίτι, στη χώρα.
Το κεραμίδι έφυγε, αν δεν προσγειώθηκε, με δύναμη, πάνω στο σκοτισμένο κεφάλι. Το ελληνικό όνειρο έμεινε άστεγο. Σε διαθεσιμότητα, απολυμένο, άνεργο. Το να είσαι δημόσιος υπάλληλος υπό απόλυση και με στεγαστικό δάνειο στην πλάτη, δεν είναι περίπτωση. Είναι μία ισχυρή πιθανότητα. Και σου φταίνε τα πάντα. Οι κατουρημένες ποδιές που φίλησε ο γέρος για να μπεις στο δημόσιο, οι πολιτικοί, το μνημόνιο, η ζωή που είναι πουτάνα, η μαλακία σου με το σπίτι-και δεν θυμάσαι πότε σε έπεισαν ότι ευτυχία και επιτυχία δεν υπάρχουν χωρίς ιδιόκτητο σπίτι. Τώρα διαβάζεις το σχέδιο νόμου, προσπαθείς να υπολογίσεις πόσο φόρο θα πληρώσεις και, για άλλη μια φορά, θα κοιμηθείς σε χωριστή κρεβατοκάμαρα. Ναι, κακό όνειρο βλέπεις. Το ελληνικό.