Σήμερα πρέπει να πληρώσω τη δεύτερη δόση του φόρου εισοδήματος. Και την πρώτη του ΕΝΦΙΑ. Το ποσό είναι μεγάλο, απαιτεί κάτι παραπάνω από το εισόδημα ενός μήνα. Έτσι όπως τα έφερε το εκκαθαριστικό, τρεις μήνες τον χρόνο εργάζομαι αποκλειστικά για να πληρώσω Εφορία.
Αλλά έτσι είναι αυτά. Από μία ηλικία και μετά δεν ανήκεις στον εαυτό σου. Ανήκεις στο κράτος και στην οικογένειά σου. Τους παραδίδεις τις επιθυμίες σου, αρκετά από τα όνειρά σου, εν τέλει τη ζωή σου ολόκληρη. Δουλεύεις για να πληρώνεις φόρους και υποστήριξη. Κάποτε κάποιος άλλος το έκανε για σένα. Όμως, τι κρίμα, δεν κατάφερες να το εκτιμήσεις εγκαίρως.
Τέλος πάντων, σας έλεγα για τους φόρους που έχω να πληρώσω σήμερα. Δεν συνυπολογίζω, βέβαια, τις κρατήσεις κατά τη διάρκεια του έτους. Δεν θέλω να το κάνω. Φοβάμαι ότι αν μάθω πόσα πληρώνω τον χρόνο σε φόρους, θα πάω έξω από το Μαξίμου και θα ζητήσω έναν μετακλητό, να μου τον τυλίξουν για το σπίτι. Ας πούμε τον Καρανίκα. Θα γυρίσω πίσω, στο 30ο Δημοτικό Σχολείο Θεσσαλονίκης, ζητώντας να δώσουν σε μία αίθουσα το όνομά μου ή ένας δάσκαλος, που ουσιαστικά μισθοδοτείται από μένα, να μιλήσει στα παιδιά για το σπουδαίο έργο μου. Εν ανάγκη, να τους διαβάσει και μερικά κομμάτια μου. Γιατί όχι; Ο «Φιλελεύθερος» θα μπει και στα σχολεία, όχι μόνο στην Ασφάλεια.
Θα κανονίσω κάποιος να πάει σε εκείνες τις κούκλες, στις αστυνομικίνες στη Βουλή και να αφήσει ένα χαρτάκι με το όνομά μου -«τα μισά μηνιάτικα, κούκλα μου, πληρωμένα από τον κύριο Κώστα». Θα πάω να βρω μία πινακίδα μεγάλου έργου και κάτω από εκείνα που λένε για τη συγχρηματοδότηση από Ευρωπαϊκά Ταμεία θα προσθέσω τα αρχικά μου. Ίσως και έναν Δικέφαλο δίπλα στη σημαία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και για το τέλος θα κατέβω στο Σύνταγμα, θα σηκώσω το πόδι του τσολιά και θα γράψω το όνομά μου στη σόλα του τσαρουχιού, όπως κάνουν οι κοπέλες στο γοβάκι της νύφης, να μάθουν ποια θα παντρευτεί πρώτη.