«Το κρύο μπορεί να σε σκοτώσει. Η ζωή σου κινδυνεύει να χαθεί και μέσα στην πυρκαγιά που θα προκαλέσει ένα κερί ή ένα φανάρι. Μην προσπαθήσεις να επιβιώσεις μόνος σου, ζήτησε βοήθεια.» Θα ήταν λογικό να το ακούς από τον δήμαρχο της Νέας Υόρκης, αρκεί να είσαι στην ανατολή του 19ου αιώνα και έξω από το δημαρχείο να χλιμιντρίζουν άλογα. Ο Ντέιβιντ Μπλούμπεργκ το είπε χθες απευθυνόμενος σε 20.000 δημότες του που πρέπει να αναζητήσουν καινούργια στέγη. Με έναν χονδροειδή υπολογισμό είναι σαν να βγαίνει ο δήμαρχος της Αθήνας ή ο υπουργός Εσωτερικών και να ανακοινώνει ότι δέκα χιλιάδες Αθηναίοι πρέπει να βρουν σπίτι για να μην πεθάνουν από το κρύο. Είκοσι χιλιάδες άστεγοι ή, τέλος πάντων, διαμένοντας σε ακατάλληλα σπίτια είναι μεγάλο νούμερο. Αποδεκτό στη Βομβάη, εξωφρενικό στη Νέα Υόρκη.
Όμως υπάρχει κάτι που με εντυπωσιάζει περισσότερο: είναι η απουσία του δράματος στην επικοινωνία αυτής της κρίσης. Οι τίτλοι δεν φωνάζουν και η υστερία δεν έχει θέση στα ρεπορτάζ. Η καταγραφή είναι ψύχραιμη, ορίζει το μέτρο της σοβαρότητας. Προφανώς βοηθάει και η απουσία αντιπολίτευσης. Προσπαθώ να προσαρμόσω την ίδια κατάσταση στα ελληνικά μέτρα. Άνθρωποι με γαλότσες και μία σκούπα στο χέρι να καταγγέλλουν την απουσία του κράτους. Και μετά η ανακοίνωση κάποιου κόμματος. Στη Νέα Υόρκη δεν συμβαίνει αυτό. Τα κανάλια δεν δείχνουν ανθρώπους να κλαίνε μπροστά στο σπίτι τους. Ακόμα και αν υπάρχει κάποιος που καταγγέλλει τη δημοτική αρχή η φωνή του δεν αποκτά ένταση. Μόνο ο πρώην δήμαρχος, ο Ρεπουμπλικάνος Τζουλιάνι, βγήκε σε μία συγκέντρωση του Ρόμνει και εγκάλεσε τον Ομπάμα για την απουσία του από τη Νέα Υόρκη, αλλά περισσότερο το είπε για να τηρήσει τα προσχήματα. Μπορεί να υπάρχει και άλλος. Δεν τον κατάλαβα. Βλέπω, όμως, συνέχεια καμπάνιες για τη συγκέντρωση χρημάτων, ανακοινώσεις για εκδηλώσεις συμπαράστασης, διαφημίσεις που ζητούν δέκα δολάρια με ένα SMS. Η αμερικανική κοινωνία δεν διατηρεί καλές σχέσεις με το αίσθημα της άμεσης αλληλεγγύης. Διατηρεί, όμως, ισχυρή συνείδηση κοινότητας. Community. Και αυτό λειτουργεί.
Ρώτησα χθες μία ακτιβίστρια του Ομπάμα αν όλοι αυτοί που έχασαν τα σπίτια τους θα πάνε να ψηφίσουν αύριο. Πιθανότατα όχι, δεν θα πάνε. Αυτό δεν ανησυχεί τους Δημοκρατικούς γιατί η Πολιτεία είναι δική τους, δεν υπάρχει περίπτωση να αλλάξει χέρια. Περισσότερο ανησυχούν για το Οχάιο. Η ακτιβίστρια, για την οποία σας λέω, αφιερώνει ώρες κάθε μέρα κάνοντας τηλεφωνήματα στο Οχάιο. Και επειδή στην Αμερική τίποτα δεν μένει κρυφό, αυτή τη στιγμή ανανεώνονται οι βάσεις δεδομένων με τους ανθρώπους που πιθανότατα ψηφίζουν Δημοκρατικούς και προς το παρόν δεν πήγαν να ψηφίσουν-οι περισσότερες Πολιτείες επιτρέπουν στους ψηφοφόρους να προσέλθουν νωρίτερα στις κάλπες, ο Ομπάμα έχει ήδη ψηφίσει. Κάπου εκεί βρίσκεται το στατιστικό κλειδί των εκλογών: στην αποχή των Δημοκρατικών. Την προηγούμενη φορά ο Ομπάμα είχε στείλει στις κάλπες ακόμα και αιωνόβιους. Δεν πρόκειται να το επαναλάβει. Δεν είναι μόνο οι αιωνόβιοι του 2008 που πέθαναν. Είναι που πήραν μαζί τους και ένα μεγάλο κομμάτι του ενθουσιασμού. Οι Δημοκρατικοί επενδύουν και στον Ρόμνεϊ: «πώς γίνεται να ψηφίζεις έναν τύπο που μοιάζει με έμπορο αυτοκινήτων και δεν έχει τίποτα να προτείνει; Πώς ψηφίζεις κάποιον που μόνο απορρίπτει;» αναρωτιέται η Village Voice. Και όμως θα τον ψηφίσουν εκατομμύρια. Γιατί οι εκλογές είναι καθρέφτης της Αμερικής.