Ο ήρωας μας είναι ένα παλικάρι, φοιτητής, που έχει γράψει χιλιάδες ώρες πολέμου στην παιχνιδομηχανή, αλλά τώρα συμμετέχει στην αντιπολεμική συγκέντρωση και στη συναυλία στο Σύνταγμα
Ο Στέλιος ξέρει καλά τον πόλεμο. Στα 20 του είναι πλέον βετεράνος. Εχει τερματίσει όλα τα Call of Duty στην κονσόλα. Εδώ και επτά χρόνια τα απαλά του δάχτυλα σκοτώνουν τα πάντα. Από αρχαίους Ρωμαίους μέχρι ναζί και ζόμπι. Δουλεύει καλά το σπαθί, αλλά ακόμα καλύτερα το M16. Ωστόσο αν τον ρωτήσεις ποιο είναι το αγαπημένο του εργαλείο, θα διαλέξει το αμερικανικό Μ1 Garand με τα ξύλινα μέρη και εκείνο τον κοφτό ήχο που κάνει το χειριστήριο να κλωτσάει ελαφρά. Ολόκληρο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο έβγαλε με αυτό το τουφέκι ο Στελάκης αν και σε μερικές επιχειρήσεις πήγε με γερμανικό Mauser που έκανε δουλίτσα στημένο σε υπερυψωμένο παράθυρο. Και τώρα, που βλέπει κάτι βίντεο από την Ουκρανία, δεν ξέρει αν παρακολουθεί παιχνίδι ή αληθινό πόλεμο. Η αίσθηση είναι ακριβώς ίδια. Βλέπεις το όπλο, αλλά όχι τον άνθρωπο που το κρατάει. Παίζει το βίντεο στο δελτίο και, όποιος έχει εμπειρία Call of Duty, πάει ενστικτωδώς να πιάσει το χειριστήριο. Ισως θα ήταν καλύτερα έτσι. Οι πόλεμοι να γίνονται μόνο στην κονσόλα. Να στήνονται τραπέζια στην Ολομέλεια του ΟΗΕ και να παίζουν οι καλύτεροι από κάθε χώρα. Ο Στέλιος δεν έχει πει πουθενά αυτήν την ιδέα. Ξέρει ότι θα τον πάρουν στην πλάκα. Και τώρα είναι η χειρότερη στιγμή για να την παρουσιάσει. Γιατί βρίσκεται στην αντιπολεμική συναυλία στο Σύνταγμα. Και φοβάται να ρωτήσει αν το «Οχι στον πόλεμο» αφορά και το Call of Duty.
Το πώς βρέθηκε εκεί το αγόρι μας, είναι ολόκληρη ιστορία, δεν προλαβαίνουμε να την απλώσουμε. Κάτι η παρέα από τη Σχολή, λίγο η κοπελιά που ήθελε να ακούσει Μποφίλιου, πήγε και αυτός να διαμαρτυρηθεί για τον πόλεμο. Εχει, βέβαια, βασικές απορίες. Ας πούμε, για ποιον πόλεμο έγινε η συναυλία; Γενικά για τον πόλεμο ή για κάποιον συγκεκριμένο; Γιατί, εξ όσων γνωρίζει, παίζονται και κάτι αιματοβαμμένα ματσάκια στην υποσαχάρια Αφρική που δεν ενδιαφέρουν κανέναν. Κάπου διάβασε ότι για την εξόρυξη των ορυκτών που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή κινητών τηλεφώνων και παιχνιδομηχανών (σαν αυτή που έχει σπίτι) σφάζονται εκατοντάδες άνθρωποι κάθε μέρα, παιδιά στρατεύονται και γίνονται κιμάς, γυναίκες βιάζονται και γδέρνονται ζωντανές. Κανένας δεν σκέφτηκε να διοργανώσει συναυλία όπου δεν θα έκαιγαν σημαίες, αλλά θα έσπαζαν κινητά. Ομως ποιος θα έσπαγε, αλήθεια, το κινητό του για την υποσαχάρια Αφρική; Ο Στέλιος αντιλαμβάνεται ότι διαλέγουμε τους πολέμους για τους οποίους πονάμε. Διαλέγουμε και τα θύματα. Δεν μπορεί να καταλάβει, ακόμα, το κριτήριο της επιλογής. Οταν μεγαλώσει θα καταλάβει. Αλλά είμαστε πάντα με τον άνθρωπο. Να, η κοπελιά από τη σκηνή φωνάζει ότι είναι μόνο με τον άνθρωπο. Ο δικός μας αναρωτήθηκε αν είμαστε και με τον πρόσφυγα και με τον χειριστή του άρματος.
Κάποιος, πάνω στη σκηνή, φώναξε ότι οι λαοί είναι το θύμα. Ο Στέλιος μέσα του δεν συμφωνεί με αυτό, αλλά το κρατάει για τον εαυτό του. Πώς γίνεται οι λαοί να μη φταίνε ποτέ; Πώς γίνεται από τη μία ο λαός να θεωρείται σοφός και από την άλλη αθώος του αίματος; Ο λαός δεν είναι αυτός που σηκώνει την ασπίδα πάνω στην οποία πατούν οι ηγέτες με το λεπίδι στο χέρι; Από πού είναι οι φαντάροι; Ποιος έφτιαξε τα άρματα; Ποιος γέμισε τις σφαίρες; Λαός δεν τα έκανε όλα αυτά; Κοιτάζει το αντιπολεμικό πανό και ακούει το αίτημα για να σταματήσει ο πόλεμος. Συμφωνεί. Απλώς κανένας δεν λέει πώς θα γίνει αυτό. Δηλαδή είναι ωραίο αίτημα, που το σετάρεις με την παγκόσμια ειρήνη, αλλά πώς διάολο γίνεται στον αληθινό κόσμο; Θα συντονιστούμε ενεργειακά και θα ζητήσουμε από το σύμπαν να βγάλει λουλούδια μέσα από τις κάνες των όπλων; Θα στείλουμε, εκτός από τα κατασχεμένα όπλα και κανένα φορτίο κατασχεμένης φούντας, να σκεπαστεί το πεδίο της μάχης από ένα μανιτάρι ειρήνης και μαστούρας; Θα πάθουν Μαχάτμα Γκάντι οι αμυνόμενοι και θα πουν στους εισβολείς ότι αρνούνται τη βία; Μήπως πρέπει οι εισβολές να τα μαζέψουν και να φύγουν και να παίξουν την πίστα με διαφορετικό τρόπο; Ο Στέλιος αισθάνεται ότι όλες οι ιδέες είναι αποδεκτές στο πλήθος της συναυλίας, εκτός από την τελευταία. Ο κόσμος τραγουδούσε ότι η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει. Στον Στέλιο πονούσε το μυαλό. Εκανε ένα βήμα πίσω. Είπε στο αφτί της κοπελιάς ότι πάει εδώ πιο κάτω και επιστρέφει. Διέσχισε τον δρόμο και χώθηκε στο μεγάλο κατάστημα του Συντάγματος. Μπήκε να χαζέψει και να χαϊδέψει κανένα κινητό.