ΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗΣ

Γιατί ο Μητσοτάκης κερδίζει τον Τσίπρα;

Υπάρχει ένα απλό ερώτημα που σε βοηθάει να αξιολογείς πολιτικά πρόσωπα. Ας πούμε ότι έχεις ένα κοπάδι πρόβατα, αλλά πρέπει να κατέβεις στην πόλη για κάτι δουλειές. Σε ποιον θα αναθέσεις τη φύλαξη του; Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι περισσότεροι θα επέλεγαν τον Μητσοτάκη αντί του Τσίπρα.

Και επειδή το ποσοστό του Μητσοτάκη είναι υψηλό, εννοείται ότι ανάμεσα σε εκείνους που τον θεωρούν καταλληλότερο για πρωθυπουργό θα υπάρχουν και ψηφοφόροι που τον αντιπαθούν ή δεν θέλουν να τον βλέπουν μπροστά τους. Στην τελευταία δημοσκόπηση της Metron Analysis για «Το Βήμα» ο Μητσοτάκης υπερτερεί του Τσίπρα σε όλες τις σχετικές ερωτήσεις, ακόμα και σε εκείνη για τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών και το ενδιαφέρον για τα προβλήματα των ανθρώπων. Τον κερδίζει, με ισχνό προβάδισμα και στην ερώτηση για την εξάρτηση από οικονομικά συμφέροντα. Κοινώς ο Τσίπρας χάνει από τον Μητσοτάκη ακόμα και στα πεδία που, εκ των πραγμάτων, θεωρούνται προνομιακά για τον ίδιο.

Αυτό βέβαια δεν είναι καινούργιο. Το ήξεραν στο ΣΥΡΙΖΑ από τη μέρα που ο Μητσοτάκης κέρδισε την εσωκομματική εκλογή στη ΝΔ. Για αυτό και η επικοινωνιακή στόχευση κατευθύνθηκε αποκλειστικά, σχεδόν με εμμονή, στην αποδόμηση του. Ο Μητσοτάκης δαιμονοποιήθηκε, του αποδόθηκε «καθεστώς», έγινε υβριστικό σύνθημα και τραγούδι, το όνομα της συζύγου του μπήκε στην πολιτική αντιπαράθεση, μέχρι και η αισθηματική σχέση του γιου του μπήκε στο μπλέντερ. Μη συζητήσουμε τώρα αν όλα αυτά είναι θεμιτά ή αθέμιτα. Ας πούμε ότι είναι μέσα στο παιχνίδι. Και όμως ο ίδιος, σε προσωπικό επίπεδο, αντέχει δημοσκοπικά ή, για να το πούμε πιο σωστά, υπερτερεί του Τσίπρα. Σε αυτό, βέβαια, έχουν συμβάλει και τα «συστημικά» μέσα ενημέρωσης, όμως, ας είμαστε ειλικρινείς, δεν θα μπορούσαν να αντιστρέψουν την εικόνα. Μπορεί να ενίσχυσαν μία τάση, δεν την επέβαλαν.

Τι ισχύει, λοιπόν, σε μεγαλύτερο βαθμό; Είναι το γκελ που κάνει ο Μητσοτάκης σε ένα κομμάτι των ψηφοφόρων και ειδικά στους κεντρώους ή η αδυναμία του Τσίπρα; Λογικά ισχύουν ισομερώς και τα δύο. Την ώρα που το αφήγημα περί επιτελικού κράτους δείχνει αποτυχημένο ή δεν ενδιαφέρει κανέναν, ο ίδιος ο Μητσοτάκης φαίνεται ότι πείθει, περισσότερο από τον Τσίπρα, μία κρίσιμη μάζα κεντρώων ψηφοφόρων η οποία συνομιλεί μαζί του, όχι με τη Νέα Δημοκρατία.

Και εδώ υπάρχει μία παραδοξότητα που λειτουργεί εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ: έστρεψε όλη την αντιπολιτευτική του στρατηγική πάνω στον Μητσοτάκη και στο τέλος οι αριθμοί των δημοσκοπήσεων τη διαψεύδουν κατηγορηματικά. Επιλέγοντας αυτή τη γραμμή, άφησε στην άκρη τα υπόλοιπα, κυρίως τον ψύχραιμο προγραμματικό λόγο. Και ο ίδιος ο Τσίπρας προσπάθησε (και προσπαθεί) να έχει τα πόδια σε δύο βάρκες. Από τη μία να εμφανίζεται ως μετριοπαθής που ωρίμασε και έμαθε από τα λάθη του και από την άλλη να συντηρεί έντονα στοιχεία που παραπέμπουν στον παλιό ΣΥΡΙΖΑ.

Εκανε και ακόμα ένα λάθος: όταν παρουσιάζεις τον αντίπαλο ως δαίμονα που ευθύνεται για τα πάντα, ουσιαστικά ροκανίζεις τη δική σου αξιοπιστία και αναδεικνύεις το προγραμματικό έλλειμμα. Είναι στιγμές που νομίζεις ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει να πει τίποτα άλλο πέρα από το «Μητσοτάκης».

Ασφαλώς μπορεί σε ένα μήνα να τα διαβάζουμε όλα αυτά και να γελάμε αν οι δημοσκοπήσεις αποδειχθούν λανθασμένες ή ψευδείς -πείτε το όπως θέλετε. Ομως βλέποντας, σήμερα, τη ΝΔ να ανακτά τις απώλειες της, σκέφτεσαι ότι στην πραγματικότητα το κυβερνών κόμμα παίρνει πίσω τα χαμένα επειδή δεν υπάρχει κάποιος άλλος για να τα κρατήσει. Αλλωστε όταν η (οποιαδήποτε) αξιωματική αντιπολίτευση θέλει να γίνει κυβέρνηση, αυτό δεν μπορεί να συμβεί αν δεν πάρει ένα κομμάτι από τους ψηφοφόρους του αντιπάλου της. Μπορεί να το κάνει αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ; Σήμερα δείχνει δύσκολο ως αδύνατο.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ...

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΜΕ TAGS