Ενας νεαρός άνδρας πεθαίνει από καθολικό καρκίνο στον Ευαγγελισμό. Τον βλέπεις μέσα από τις σελίδες, μυρίζεις το θάνατο που πλησιάζει, φοβάσαι ότι θα υποχρεωθείς να του κλείσεις τα μάτια. Οχι. Τη στιγμή που η νοσοκόμα αφαιρεί βελόνα από το ετοιμοθάνατο σώμα, μία ασημένια σταγόνα πέφτει αθόρυβα στη φλέβα, ανακατεύεται με το αίμα, ταξιδεύει στο βασανισμένο κορμί φωτίζει το εσωτερικό του. Ο καρκίνος εξαφανίζεται, οι γιατροί απορούν, η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα συγκλονίζεται και ο νεαρός, ακολουθώντας ένα νεύμα του Δαβαράκη, κοιτάζει χαμογελώντας προς τον ουρανό. Η «Ασημένια σταγόνα» είναι ένα βιβλίο που το αρχίζεις με δάκρυα και το τελειώνεις με χαμόγελο. Λες και ο Δαβαράκης θέλει τα δάκρυα σου για να ποτίσει την ελπίδα των υπαρξιακών του αναζητήσεων, μήπως και καρπίσει ένα χαμόγελο για όλη την ανθρωπότητα.
Πιθανότατα ο συγγραφέας γιορτάζει με αυτό το βιβλίο τη σύναψη μίας εσωτερικής ειρήνης, την προσωπική του απάντηση στα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα της ζωής. Εν τέλει ο Δαβαράκης εκτός από χαρισματικός συγγραφέας αποδεικνύεται και ένας τυχερός άνθρωπος. Ισως δεν γνωρίζει για ποιο λόγο (αν υπάρχει λόγος…) συμβαίνουν όλα, αλλά έχει αποφασίσει ότι συμβαίνουν για καλό σκοπό. Είναι κάτι που, αν το εξασφαλίσεις, σου προσφέρει γαλήνη.
Υπάρχουν στιγμές που ο αναγνώστης δεν μπορεί να αποφασίσει αν ο συγγραφέας ζει με την ελπίδα ή είναι απολύτως απελπισμένος για τον άνθρωπο και τη θέση του στον κόσμο. Καταλαβαίνει, όμως, ότι ο Δαβαράκης έχει τη διάθεση να χαρίσει στον άνθρωπο αξία μεγαλύτερη από τη συμβατική, θέλει να του δώσει περισσότερα από μια κυνική ματιά. Πιστεύει ότι ο άνθρωπος δεν είναι απλώς το ευφυέστερο πλάσμα στον πλανήτη. Εχει ψυχή, η ύπαρξη συνεχίζεται μετά το θάνατο, το σύμπαν ολόκληρο ασχολείται με την ταπεινότητά του, με αυτό το παρακλάδι του πιθήκου, τον σάκο με το δέρμα, τα κόκαλα και τον εξελιγμένο εγκέφαλο. Και ο άνθρωπος μπορεί να επικοινωνήσει με το σύμπαν, να ταξιδέψει στον πυρήνα της ύπαρξης, να συνδέσει την καρδιά και τον εγκέφαλο με την προσευχή και τον ενστικτώδη διαλογισμό.
Είτε συμφωνείτε, είτε διαφωνείτε, η γραφή του Δαβαράκη λειτουργεί παρηγορητικά, ειδικά στους καιρούς που ζούμε. Δεν θέλεις να ταυτιστείς με τους ήρωες του, θέλεις, όμως, να τους συναντήσεις. Είναι ένα τρυφερό βιβλίο που περιγράφει τον κόσμο καλύτερο απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα. Ενα παραμύθι που το κλείνεις στην αγκαλιά σου και προσπαθείς να βάλεις τον εαυτό σου μέσα σε αυτό.