Το «Θα κλείσω τα μάτια», του Άκη Πάνου, είναι, ίσως, το μοναδικό τραγούδι του λαϊκού μας ρεπερτορίου που ηχογραφήθηκε σε δύο εκδοχές, ή κάθε μία με διαφορετικούς στίχους. Πρώτος το ηχογράφησε ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, το 1967. Στην αρχική εκτέλεση οι στίχοι είχαν κοινωνικό περιεχόμενο. «Θα κλείσω τα μάτια, θα απλώσω τα χέρια, μακριά από τη φτώχεια, μακριά απ’ τη μιζέρια». Δεν άρεσαν στη χούντα και ο δίσκος αποσύρθηκε μέσα σε δύο εβδομάδες.
Ο Πάνου δεν ήθελε να πάει χαμένη η μελωδία και κέντησε πάνω της καινούργιους, για τη Βίκυ Μοσχολιού: «Θα κλείσω τα μάτια, θα απλώσεις τα χέρια, να βρουν να φωλιάσουν λευκά περιστέρια». Αργότερα το τραγούδι πορεύτηκε και με τις δύο εκδοχές, αλλά πάντα ο έρωτας πουλούσε περισσότερους δίσκους από την καταγγελία. Κατά μία εκδοχή το ρεπερτόριο της εποχής ήταν πολιτικό με καμουφλάζ από πενιές. Ακούστε αλλιώς τα τραγούδια της ξενιτιάς και θα πάρετε πολιτική καταγγελία. Γυρίστε πιο πίσω, στο ρεμπέτικο. Φωνή περιθωρίου, η μαστούρα ζευγαρώνει με την καψούρα για να τα βάλουν με το σύστημα. Αργότερα, βέβαια, τα πράγματα γίνονται πολύ πιο σαφή πάνω στο κύμα που σήκωσαν ο Μίκης, ο Μικρούτσικος, ο Σαββόπουλος, ο Λοϊζος, ο Λουκιανός κλπ. Και μετά μας μένει κατά βάση η καψούρα. Λογικό. Εξέλειψαν οι λόγοι για πολιτικό τραγούδι.
Βγάζει ο Σαββόπουλος το «Κούρεμα» του ‘89, γίνεται χαμός. Και μετά σιωπή, άντε ένας μικρός ντόρος για το «Θα περάσει κι΄ αυτό» του Πορτοκάλογλου. Βγάλαμε ολόκληρη κρίση με την Αννα που δεν βρίσκει στο ντουλάπι ψίχα ψωμί. Και τώρα κάνει trend ο Μιθριδάτης. Δεν έχει σημασία αν σας αρέσει ή όχι. Προσωπικά δεν μου αρέσει αν και βρίσκω τις ρίμες ευφυείς -το έπαιξα και στο ραδιόφωνο. Ωστόσο η τέχνη που πολιτικολογεί οφείλει, συνήθως, να είναι καταγγελτική και πάνω σε φόρμες που γίνονται viral. Αυτό κάνει ο Μιθριδάτης. Καταγγέλλει με τον τρόπο που επιτάσσουν οι φόρμες των social media. Αν το έκανε αλλιώς, θα περνούσε απαρατήρητος. Τώρα όμως θα έχει την προσοχή μας για πέντε μέρες. Μπορεί και για έξι.