Αισθάνομαι πολύ μικρός για να γράψω κάτι για τον Μίκη Θεοδωράκη. Όλοι είμαστε μικροί μπροστά στο ανάστημα του, αδύναμοι να κοσκινίσουμε έναν αιώνα ζωής και να ξεχωρίσουμε στιγμές. Δεν μπορείς να πεις κάτι για τον Θεοδωράκη, αλήθεια. Είναι μάταιο και θα δείχνει λίγο. Και τρομακτικά δύσκολο.
Τι στα αλήθεια μπορείς να γράψεις για τον Μίκη; Δεν πρόκειται για άνθρωπο, αλλά για ένα ολόκληρο σύμπαν φτιαγμένο από γεγονότα, νότες και συναισθήματα. Να χωθείς στις παρτιτούρες και να αποτιμήσεις το έργο του; Θα ήταν αστείο. Είναι τόσο σπουδαίο και τόσο μεγάλο που δεν μπορείς να σταθείς κάπου. Να πιάσεις την πολιτική του δράση με τις υπερβάσεις και, ενίοτε, τις αντιφάσεις; Μα ο Μίκης ήταν πάνω από όλα αυτά. Δεν μπορείς να τον κρίνεις ως μουσικό γιατί ήταν φαινόμενο. Δεν πρέπει να τον κρίνεις ως πολιτικό γιατί δεν έχει καμία σχέση με τους άλλους. Και δεν μπορείς να τον περιγράψεις ως προσωπικότητα. Πώς, αλήθεια, να περιγράψεις ένα κύμα; Τι θα πεις για την ορμή, το ύψος στο οποίο ανεβαίνει και τον αφρό που θα σε λούσει ή θα σε πνίξει;
Δεν υπάρχουν λέξεις, δεν υπάρχουν σχήματα για να χωρέσει αυτή η ζωή, τούτο το έργο. Υπάρχουν μόνο αναμνήσεις και συναισθήματα που διατρέχουν τρεις γενιές Ελλήνων. Υπάρχει ανάμεσα μας κάποιος χωρίς μνήμη ντυμένη με νότες του Θεοδωράκη; Ξέρετε κάποιον που δεν έχει βάλει νότες του Μίκη στο στόμα του; Με κλειστά τα μάτια, το κεφάλι προς τα πίσω και τα χέρια ανοιχτά. Σαν τον Ζορμπά. Τώρα απλώνονται σεντόνια από χαρτί και πίξελς που ανατρέχουν στον βίο του ανδρός, αξιολογούν την πολιτεία του και σταχυολογούν κομμάτια από το καλλιτεχνικό του έργο. Είναι απαραίτητα, αλλά, όλοι το γνωρίζουμε, δεν χρειάζονται. Ο Θεοδωράκης δεν πέρασε, συμβολικά, στην αθανασία. Εδώ και δεκαετίες έχει διασπαστεί σε εκατομμύρια μικρά κομμάτια και ζει μέσα στον κάθε ένα από μας. Είναι κομμάτι της ζωής μας, συστατικό της συλλογικής μας συνείδησης, της ψυχής μας.