ΚΩΣΤΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΙΔΗΣ

Πολυθρόνες σε άλλο κόσμο

Αυτές οι πολυθρόνες πρέπει να πέρασαν τη νιότη τους στην αυλή ξενοδοχείου ή κάτω από τον ήλιο, σε μπιτσόμπαρο της Σαντορίνης. Και τώρα, με χρώμα ξεφτισμένο και μαξιλάρια που αποκαλύπτουν τα σωθικά τους, βρίσκονται στο Μονόλιθο, στην ανατολική και πιο «άγνωστη» πλευρά του νησιού. Εκεί δεν υπάρχουν πολλοί τουρίστες. Κατοικούν κυρίως άνθρωποι που εργάζονται σεζόν στο νησί. Σε γενικές γραμμές υπάρχουν αξιοπρεπή καταλύματα αν και ένα υπόγειο φιλοξενεί Πακιστανούς. Στην παραλία του Μονόλιθου οι εργάτες της σεζόν παίρνουν μία αναιμική αίσθηση διακοπών καταναλώνοντας τα τουριστικά αποφάγια των προνομιούχων. Αράζουν σε ετοιμόρροπες ξαπλώστρες, στήνουν μισοσκισμένες ομπρέλες, βολεύονται σε κουτσά πλαστικά τραπέζια. Ακούς, φυσικά, ελληνικά, αλλά και αλβανικά και ρωσικά και ρουμάνικα.Τα απογεύματα, όταν ο ήλιος έχει μετακινηθεί στην καλντέρα για την παράσταση της δύσης, θα δεις σε αυτές τις πολυθρόνες ανθρώπους που κάθονται στα σκισμένα μαξιλάρια και κοιτάζουν το πέλαγος. Βλέπουν πολύ μακριά, αλλά δεν βλέπουν τίποτα.

Επειδή τυγχάνω της γειτονιάς, κατά τον απογευματινό περίπατο πιάνω την κουβέντα. Και πάντα θυμάμαι ότι δίπλα στην Ελλάδα που όλοι ξέρουμε, υπάρχει και άλλη μία, η οποία δεν παίρνει χαμπάρι ό,τι και αν συμβεί.

Ας πούμε ο καπνός από τις πυρκαγιές δεν έφτασε εκεί κάτω. Ο Εβρος απέχει από τη Σαντορίνη όσο η Γη από το φεγγάρι. Θα ήθελα να ρωτήσω και εσάς, αν πονάτε για τις πυρκαγιές, αλλά ξέρω ότι το έχετε πάρει απόφαση. Αλλωστε οι άνθρωποι συνηθίζουν τα πάντα: τη φτώχεια, τη βία, τον εγκλεισμό. Δεν θα συνηθίσουν την καταστροφή; To ολοκαύτωμα των δασών βιώνεται πλέον ως κομμάτι κανονικότητας. Οπως και η απώλεια ανθρώπινων ζωών, αρκεί να πρόκειται για ανώνυμους μετανάστες και καρβουνιασμένα πτώματα που θα θαφτούν ανώνυμα, σαν τη σκόνη κάτω από το χαλάκι. Οχι, δεν έχουμε γίνει χοντρόπετσοι. Ούτε αναίσθητοι. Είναι ο μηχανισμός άμυνας που επιστρατεύει ο ψυχισμός για να δημιουργήσει μία προστατευτική κρούστα. Και τι θα κάνεις, δηλαδή; Θα πονέσεις για τους νεκρούς της Πύλου; Θα φωνάξεις για τα δάση; Θα θρηνήσεις τους πιλότους; Θα φρικάρεις με τη Ρόδο; Θα λυπηθείς για τα καμένα ελάφια; Θα πέσεις στα γόνατα για τον Εβρο; Θα σηκώσεις τα χέρια προς τον ουρανό για την Πάρνηθα; Και τι θα σου μείνει για τους δύσμοιρους που κάηκαν ζωντανοί; Η ποσότητα της φρίκης που έχουμε καταναλώσει μέσα σε ένα καλοκαίρι, δεν αφήνει άλλη επιλογή. Θα κατεβάσεις τα στόρια και θα σηκώσεις τους ώμους. Παριστάνεις τον κυνικό για να επιβιώσεις. Και ασχολείσαι με τα θέματα που έχουν χάζι.

Αυτό το καλοκαίρι είδαμε την Barbie στην οθόνη του σινεμά και τον Κεν, ως Στέφανο Κασσελάκη, στην οθόνη της τηλεόρασης. Ολα δένουν όμορφα σαν φιόγκος στη συσκευασία της εποχής. Και αναρωτιέσαι αν είσαι εσύ εκτός εποχής ή ο Κασσελάκης εκτός τόπου και χρόνου. Μπορεί να σου αρέσει που δεν είναι συμβατός με τον Φίλη, γιατί βασικά ο Φίλης δεν είναι συμβατός με την εποχή, μπορεί να γουστάρεις το φρέσκο πρόσωπο και το ανύπαρκτο παρελθόν, αλλά, του κερατά, κανένας δεν μπορεί να επιπλέει σε κενό αέρος, η βαρύτητα έχει πάντα τον κύριο και τελευταίο λόγο. Ομως από την άλλη, αντιλαμβάνεσαι πόσο εύκολο είναι να γοητεύσεις τον κόσμο. Και πώς ένα χαρισματικό πρόσωπο μπορεί να παρακάμψει μηχανισμούς, να κόψει δρόμο μέσα στον χρόνο και να έρθει μπροστά. Ας μπει στο δεύτερο γύρο ο Κασσελάκης και μπορεί να δούμε τον ΣΥΡΙΖΑ να σπάει σαν ποτήρι που είχε ραγίσει από καιρό.

Φεύγω από το νησί, που πλέει στο δικό του κόσμο, όπου μόνο το χρήμα μετράει. Κοιτάζω τις πολυθρόνες και αναρωτιέμαι αν θα τις βρω του χρόνου στη θέση τους, αρκεί βέβαια να είμαι και εγώ εδώ. Και λέω ότι ναι, μια χαρά θα είναι. Εδώ που βρίσκονται δεν τις αγγίζει τίποτα.

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ...

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΜΕ TAGS