Kάποιο παλιό μυικό τραύμα στην πλάτη μου έδωσε μία μάλλον ναζιάρικη τσιμπιά και με υποχρέωσε να αλλάξω χέρι στη σακούλα. Και σιγά-σιγά φεύγω από το βιβλιοπωλείο της γειτονιάς, κουβαλώντας τα βιβλία της Α’ Γυμνασίου-όχι ολόκληρη τη σειρά. Πρέπει να ζυγίζουν γύρω στα δέκα κιλά και με ξαλάφρωσαν κατά 73 ευρώ. Όταν τα συγκεντρώσω όλα θα έχω ξεπεράσει το κατοστάρικο, αν μετράμε με ευρώ ως τότε. Σέρνω τα πόδια προς το σπίτι και βάζω το βλέμμα πάνω στα κορδόνια των παπουτσιών, φορώντας εκείνη τη δυσθυμία που έχει ο συνταξιούχος όταν επιστρέφει από τη λαϊκή αγορά. Δεν με ενοχλεί τόσο η απώλεια των πολύτιμων 73 ευρώ μου. Όταν έχεις παιδί, 73 ευρώ φεύγουν από τα χέρια όπως το νερό από την παλάμη. Περισσότερο με πληγώνουν τα εκατομμύρια δραχμές και οι χιλιάδες ευρώ που έχω πληρώσει, χρόνια τώρα, σε φόρους, εισφορές και λάθη ειλικρίνειας. Και όλα αυτά γιατί; Για να γίνει ο αγιασμός σε συνθήκες αντίστοιχες του ’40. Χωρίς βιβλία και εν αναμονή των αποφάσεων της Γερμανίας.
Το πρωί στον αγιασμό είπα ότι το παιδί έπρεπε να πάει στην Α’ Γυμνασίου με πορτοκαλί φόρμα. Γκουαντάναμο. Παλιό κτίριο, ψηλά κάγκελα, στενό προαύλιο, δύο δέντρα. Όλα δείχνουν γκρι, ακόμα και τα μάτια των παιδιών. Το κουδούνι βραχνό και η μικροφωνική με ασθενική ισχύ, σαν να ντρέπεται γι΄ αυτά που λέει. Σκέφτομαι ότι το «Σώσον Κύριε τον λαό Σου» πρέπει να είναι η σοφότερη κουβέντα που θα ακουστεί όλη τη χρονιά στα ελληνικά δημόσια σχολεία. Ο γυμνασιάρχης ομιλεί περί συμπεριφοράς. Η αντιδήμαρχος απευθύνει χαιρετισμό. Δεν φτάνει. Πρέπει να πει κάτι και ο εκπρόσωπος της αντιπολίτευσης του Δήμου. Χαίρομαι που στα έδρανα του μικρού μας Δήμου δεν υπάρχει πολυφωνία. Μετά μάθαμε αυτά που γνωρίζαμε: βιβλία δεν υπάρχουν. Θα δούμε αν έρθει κάτι και θα βολευτούμε με φωτοτυπίες. Οι παλαιότεροι μαθητές παρακαλούνται να φέρουν τα βιβλία της προηγούμενης χρονιάς. Είναι δύσκολα, αλλά ο Έλληνας πάντα τα καταφέρνει.
Πράγματι, αυτή η διαπίστωση μου έδωσε κουράγιο, έβαψε μπλε το γκρίζο του σχολείου και έφερε μία αύρα από το Αιγαίο που έκανε ακόμα και τα κάγκελα να γείρουν ταπεινά σα στάχυα. Διότι ήταν η στιγμή που κατάλαβα ότι μόνο η πρώτη μέρα στο ελληνικό δημόσιο σχολείο είναι αρκετή να διδάξει στο παιδί όσα δεν θα του μάθει ολόκληρη η ζωή. Θα του μάθει τη σύγχρονη ιστορία της πατρίδας μας, αγωγή του πολίτη, αλλά και πολιτική διαχείριση. Θα ξέρει πως λειτουργεί και πως διοικείται μία τόσο ξεχωριστή χώρα. Θα το καλέσει να δει τον κόσμο με άλλο μάτι, να βουτήξει στη γεωγραφία να βρει τόπο προς μετανάστευση. Θα του συστήσει μία νέα σχέση με τη θρησκεία καθώς θα υψώσει το βλέμμα προς τον ουρανό ή κάνοντας αυθορμήτως το σταυρό του. Εν τέλει θα του προσφέρει και μία εναλλακτική προσέγγιση της Βιολογίας, δείχνοντας του κάποια σπάνιες μετεξελίξεις του ανθρώπινου είδους.
Φεύγοντας μάθαμε ότι η δύναμη του διδακτικού προσωπικού είναι ανεπαρκής ως προς την κάλυψη των ξένων γλωσσών, το πρόγραμμα ξεκινάει με τετράωρο και τα παιδιά το μόνο που πρέπει να φέρουν είναι ένα τετράδιο-λες και υπάρχει και κάτι άλλο για να φέρουν. Μεσήλικοι καθηγητές μας έδειξαν εκείνο το κουρασμένο χαμόγελο που σου λέει ότι η αίσθηση του καθήκοντος παραμένει το ισχυρότερο κίνητρο για να κάνεις τη δουλειά σου. Και όλοι ξέραμε ότι οι ευχές μας στέκονται μπροστά στην πραγματικότητα όπως ένα σπίρτο στον χειμώνα.